AIDS – Γενικά

Άλλες ονομασίες

Σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας.

Σύντομη περιγραφή – ορισμός

Μόλυνση με τον ιό HIV και εκδήλωση μετά μικρό η μεγάλο διάστημα ανοσολογικής ανεπάρκειας.

Παθογένεια

Η νόσος έχει συνήθως μακρά λανθάνουσα περίοδο (χωρίς εκδηλώσεις) και μεταδίδεται με την γενετήσια επαφή, το αίμα η τα προιόντα του αίματος. Οφείλεται σε ένα ιό της ομάδας των ρετροιών που προσβάλλει τα Τ λεμφοκύτταρα του αμυντικού συστήματος. Αυτά τα κύτταρα είναι τα στρατηγικά κύτταρα άμυνας του οργανισμού τα οποία βαθμιαία καταστρέφονται. Αυτό προκαλεί την ‘απογύμνωση’ του οργανισμού με αποτέλεσμα να καθίσταται έρμαιος διαφόρων σπανίων λοιμώξεων (ευκαιριακών λοιμώξεων).

ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ

Το σύνδρομο αυτό έχει αναγνωρισθεί απο το 1979-1980. Προσβάλλει κυρίως τους ομοφυλόφιλους η αμφοτεροφυλόφιλους άνδρες με πολλαπλούς συντρόφους, άτομα που κάνουν κατάχρηση ενδοφλεβίων ναρκωτικών, Αφρικανούς και Αιτινούς, και πολυμεταγγιζόμενους. Μεταδίδεται ακόμη και απο την μητέρα στο παιδί.

Πρόληψη

Το κυριότερο μέσο προφύλαξης είναι η υπεύθυνη σεξουαλική ζωή και οι μονογαμικές σχέσεις. Επιπρόσθετα η προφύλαξη απο την νόσο βασίζεται στην χρήση προφυλακτικού κατά την σεξουαλική επαφή. Ας σημειωθεί οτι για να περιορισθεί η πιθανότητα μόλυνσης το προφυλακτικό πρέπει να είναι καλής ποιότητος, ελαστικό και να χρησιμοποιηθεί με τον κατάλληλο τρόπο απο την άρχη της σεξουαλικής επαφής. Δεν υπάρχουν ασφαλείς σεξουαλικές πρακτικές αλλά σεξουαλικές επαφές με μεγαλύτερο και μικρότερο κίνδυνο.

Κλινική εικόνα

Μετά την μόλυνση εμφανίζεται μερικές φορές διάχυτη λεμφαδενοπάθεια, καταβολή, μικρός πυρετός, και συμπτώματα που μοιάζουν με λοίμωξη αναπνευστικού. Τα συμπτώματα συνήθως υποχωρούν μετα μερικές ημέρες και ο μολυνθείς εισέρχεται στη λανθάνουσα φάση. Σε αυτή την φάση δεν εκδηλώνει κανένα σύμπτωμα, αλλά η εξέταση αίματος πιστοποιεί οτι είναι οροθετικός. Μετά 1-10 χρόνια εμφανίζεται απώλεια βάρους, διάρροια, πυρετό και λεμφαδενοπάθεια, μυκητίαση στόματος και βλεννογόνων. Αυτά τα συμπτώματα και σημεία υποδηλώνουν την έναρξη του AIDS. Μια αιφνίδια μεταβολή σε οξεία βαριά νόσο πυροδοτείται συχνά απο ευκαιριακή λοίμωξη. Μεταξύ των συνηθέστερων ευκαιριακών μικροοργανισμών και των κλινικών εκδηλώσεων τους περιλαμβάνονται η Pneumocystis carinii (πνευμονία), το Toxoplasma gondii (εγκεφαλική μάζα), το Cryptosporidium sp (διάρροια), η Candida sp(μηνιγγίτιδα), o ιός του απλού έρπητα, ο ιός της ανεμευλογιάς (βλάβες του δέρματος και των βλεννογόνων) και τα Mycobacterium tuberculosis-Mycobacterium avium intracellulare (φυματίωση, πνευμονία, διασπορά σε όλο το σώμα). Έχουν ανευρεθεί επίσης πολλοί άλλοι μικροοργανισμοί. Οι συνηθέστεροι καρκίνοι είναι το σάρκωμα του Kaposi και τα λεμφώματα.

Διάγνωση

Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται με την ανίχνευση ελαττωμένου αριθμού ειδικών Τ λεμφοκυττάρων (Τ4) που προσβάλλονται απο τον ιό και απο την παρουσία ευκαιριακών λοιμώξεων. Στην αρχική περίοδο μετά την μόλυνση και πριν την εκδήλωση του συνδρόμου (λανθάνουσα περίοδος) ανιχνεύονται αντισωμάτα κατα του ιού στο αίμα αλλά και ο αριθμός των σωματιδίων του ιού που κυκλοφορεί.

Αντιμετώπιση

Δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για την νόσο, ωστόσο νεώτερα φάρμακα και συνδυασμοί πετυχαίνουν συχνά να σταματήσουν την εξέλιξη της νόσου. Τα χορηγούμενα φάρμακα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες αυτά που στρέφονται κατά του ιού και αυτά που προστατεύουν κατα των ευκαιριακών λοιμώξεων. Στην πρώτη κατηγορία υπάγονται η ζιδοβουδίνη, η διδανοσίνη,η ζαλκιταβίνη, η σταβουδίνη, η λαμιβουδίνη, η σακιναβίρη, η ινδιναβίρη, η ριτοναβίρη, η νελφιναβίρη και η νεβιραπίνη. Στην δεύτερη κατηγορία υπάγεται η προφύλακτική αγωγή κατά της πνευμονίας απο Pneumocystis carinnii (τριμεθοπρίμη /σουλφομεθοξαζόλη η δαψόνη η πενταμιδίνη), κατά της φυματίωσης (ισονιαζίδη και πυριδοξίνη), κατά του τοξοπλάσματος και κατα του Mycobacterium avium intracellulare. Περιλαμβάνεται ακόμη θεραπευτική αγωγή κατά των ευκαιριακών λοιμώξεων.

Διαβάστε επίσης