ΑΜΒΛΥΩΠΙΑ

Σύντομη περιγραφή – ορισμός

Με τον όρο αμβλυωπία χαρακτηρίζεται κάθε κατάσταση που προκαλεί μειωμένη όραση στον ένα συνήθως ή και στους δύο οφθαλμούς παρά την προσπάθεια διόρθωσης της διαπλαστικής ανωμαλίας και χωρίς να βρίσκεται κατά την οφθαλμολογική εξέταση κάποια οργανική αιτία που να την προκαλεί.

Η αμβλυωπία οφείλεται σε αποστέρηση οπτικών ερεθισμάτων του εγκεφάλου μέχρι κάποια κρίσιμη ηλικία (συνήθως τα πρώτα 7 με 8 χρόνια της ζωής). Μετά την ηλικία αυτή δεν μπορεί να προκληθεί αμβλυωπία.
Ανάλογα με τα αίτια που την προκαλούν η αμβλυωπία διακρίνεται σε:
α) Αμβλυωπία από στραβισμό.
β) Αμβλυωπία από ανισομετρωπία και εμφανίζεται όταν υπάρχει διαπλαστική ανωμαλία (υπερμετρωπία – μυωπία – αστιγματισμός) μόνο στο ένα μάτι ή όταν το ένα μάτι έχει πολύ μεγαλύτερη διαπλαστική ανωμαλία από το άλλο.
γ) Αμβλυωπία από αποστέρηση του οπτικού ερεθίσματος (συγγενή πτώση βλεφάρου, συγγενής καταρράκτης, θόλωση του κερατοειδή, αμφιβληστροειδοπάθεια της πρωορότητας κλπ.

Πρόληψη

Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν ο προληπτικός οφθαλμολογικός έλεγχος των παιδιών από μικρή ηλικία (πολύ πριν πάει το παιδί σχολείο) γιατί αργότερα η θεραπεία γίνεται δύσκολη και μετά τα 8-10 χρόνια πρακτικά αδύνατη. Παρόλο που η αμβλυωπία κάνει το άτομο λειτουργικά μονόφθαλμο, πολλές φορές αποκαλύπτεται μετά από τυχαίο έλεγχο (π.χ. εξέταση διπλώματος οδήγησης) αλλά τότε μπορεί να είναι πολύ αργά για να μπορεί να εφαρμοσθεί κάποια θεραπεία.

Αντιμετώπιση

Από όλα αυτά γίνεται κατανοητό ότι σημαντικό είναι η εξάλειψη του αιτίου που προκαλεί την αμβλυωπία αμέσως μόλις εμφανιστεί (ακόμα και από τους πρώτους μήνες της ζωής). Από εκεί και πέρα και εφόσον εμφανιστεί αμβλυωπία, η θεραπεία γίνεται με κάλυψη (με διάφορους τρόπους) του άλλου ματιού, με σκοπό να βελτιωθεί η όραση του ματιού που αμβλυωπεί. Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας εξαρτάται από την στενή συνεργασία των γονέων και του μικρού ασθενούς με τον οφθαλμίατρο.