Μόλις που αποφάσισα να ασχοληθώ σήμερα με αυτό το καταπληκτικό «υγρό στοιχείο» που ονομάζεται νερό, αυτό το νεράκι του Θεού, η μνήμη μου άρχισε να αναδεύεται βίαια και ασταμάτητα, σαν τη μανιασμένη θάλασσα που την πλήττει από πάνω ο ρούφουλας, και να αναδύονται στην επιφάνεια ένα σωρό εικόνες, παραστάσεις, νοήματα, ιδέες, συναισθήματα, βιώματα και εμπειρίες που έχουν σχέση με το κεντρικό μου θέμα: ΤΟ ΝΕΡΟ. Εκείνο όμως που μου έκανε καταπληκτική εντύπωση είναι ότι μέσα σ αυτή την καλειδοσκοπική εναλλαγή του περιεχόμενου του μνημονικού μου ξεχώριζε, με εκπληκτική και επίμονη συχνότητα και διαύγεια, η φράση: «Και Πνεύμα Θεού εφέρετο επί της επιφανείας των υδάτων.»
Βέβαια δεν χρειάστηκε και πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για να εντοπίσω τη φράση στο βιβλίο της «Γένεσης,» το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, Κεφάλαιο Α, Στίχος 2. και με την ευκαιρία αυτή βάλθηκα να μελετήσω, για μια ακόμα φορά, αυτό το εκπληκτικό κείμενο του Μωυσή, που αφορά την κοσμογονία, τη βιογένεση και την ανθρωπογένεση.
Αυτό το κείμενο, που κατά μεγίστη πιθανότητα αντανακλά, παραμορφωμένες βέβαια και μάλλον παρεξηγημένες, τις δοξασίες και τις πεποιθήσεις, αλλά και τα κατασκευάσματα της φαντασίας και της ιδιοφυϊας των μυστών-ιερέων των αρχαίων Αιγυπτιακών Μυστηρίων, που διαφέντευαν για χιλιάδες χρόνια το ανθρώπινο κοπάδι που μοχθούσε και βολόδερνε μέσα στην ανθρωπομυρμηγκοφωλιά της κοιλάδας του Νείλου.
Δεν νομίζω πως υπήρξε ποτέ άλλο κείμενο, σε ολόκληρο τον κόσμο, σ΄ Ανατολή και Δύση, που να έχει διαβαστεί, σχολιαστεί, και γενικά μελετηθεί τόσο όσο αυτό το πρώτο Κεφάλαιο της Γένεσης. Ούτε και υπήρξε μέχρι σήμερα κείμενο που να έχει εγείρει τόσες αμφισβητήσεις και πυροδοτήσει τόσες διαμάχες μεταξύ ατόμων, ομάδων, θεολόγων, φιλοσόφων, θρησκειών, κληρικών, λαϊκών, κυβερνήσεων, εθνών, φύλων και φυλών.
Εξάλλου, το ίδιο αυτό κείμενο έχει εμπνεύσει αθάνατα αριστουργήματα της Τέχνης, αλλά και έχει εξάψει και διεγείρει τις φαντασιώσεις όχι μονάχα των καλλιτεχνών αλλά και των αμέτρητων απλών ανθρώπων σε ολόκληρη σχεδόν την περίοδο της ιστορίας της ανθρωπότητας.
Ξέρετε ότι, ακόμα και σήμερα, σε ορισμένες πολιτείες των Η.Π.Α., τα μαθήματα της Βιολογίας και της Ανθρωπολογίας, όπως διδάσκονται στην πρωτοβάθμια και τη μέση εκπαίδευση, είναι με νόμο τροποποιημένα και κουτσουρεμένα έτσι ώστε να μην έρχονται σε αντίθεση με αυτά που περιγράφονται σ αυτό το πρώτο Κεφάλαιο της Γένεσης;
Σ αυτό λοιπόν το πρώτο Κεφάλαιο της «Γένεσης,» και μάλιστα μέσα στους πρώτους 22 στίχους του, το νερό αναφέρεται έντεκα φορές. Πράγματι, το νερό κατέχει προέχουσα, κεντρική και θεμελιακή θέση σε ολόκληρη τη διαδικασία της «Δημιουργίας του Κόσμου,» όπως μας την περιγράφει ο Μωυσής, και ιδιαίτερα όσον αφορά τη γένεση της ζωής και τη δημιουργία των ζώων.
Για παράδειγμα: «Και είπεν ο Θεός, Ας γεννήσωσι τα ύδατα εν αφθονία νηκτά έμψυχα, και πετεινά πετόμενα επάνωθεν της γης κατά το στερέωμα του ουρανού. Και εποίησεν ο Θεός τα κήτη τα μεγάλα, και παν έμψυχον κινούμενον, τα οποία εγέννησαν εν αφθονία τα ύδατα, κατά το είδος αυτών και παν πετεινόν πτερωτόν κατά το είδος αυτού.»
Εξ άλλου, και ο Θαλής ο Μιλήσιος, κάπου 600 χρόνια μετά τον Μωυσή, θεωρούσε το ΝΕΡΟ σαν την πρωταρχική ουσία του Σύμπαντος και είχε βέβαια δίκαιο, όσον αφορά τουλάχιστο το φαινόμενο της ζωής.
Τι είναι το νερό; Μια πάρα πολύ απλή ουσία. Είναι το υλικό που παράγεται από την καύση του απλούστερου στοιχείου στη Φύση, του υδρογόνου (δηλαδή την ένωση του υδρογόνου με οξυγόνο). Αφθονότατο στη Γη μας, αποτελεί τους ωκεανούς, τις θάλασσες, τις λίμνες, τα ποτάμια, τα κανάλια, αναβλύζει από τις πηγές, γεμίζει τις πισίνες μας, μας έρχεται κατακέφαλα σαν βροχή, χιόνι ή χαλάζι, και καλύπτει απέραντες πεδιάδες, βουνοπλαγιές και χαράδρες σαν κάτασπρο πέπλο, ή αποτελεί του γιγαντιαίους όγκους των παγετώνων στην Αρκτική και την Ανταρκτική, αλλά και αποτελεί σημαντικό μέρος της ατμόσφαιρας με την αέρια μορφή του.
Όμως, η προέλευσή του πάνω στη Γη, σε μια τόσο μεγάλη ποσότητα, αποτελεί ακόμα ένα από τα άλυτα μυστήρια του Σύμπαντος.
Το μόριο του νερού είναι πολύ πιο ελαφρύ, τόσο από τα μόριο του οξυγόνου όσο και από το μόριο του αζώτου, τα δυο κύρια συστατικά του ατμοσφαιρικού αέρα. Κανονιά, θα έπρεπε να αποτελεί ένα από τα αέρια της ατμόσφαιρας. Όμως, υπό τη συνήθη θερμοκρασία, αντί το νερό να βρίσκεται με τη μορφή αερίου (υδρατμοί), στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας, διατηρείται σε υγρή μορφή, και γεμίζει όλα τα χαμηλά κοιλώματα της Γης.
Και ακόμα σε χαμηλότερη θερμοκρασία, όταν πήζει και γίνεται στερεό σώμα, πάγος, αντί να βουλιάζει στα βάθη των ωκεανών και των λιμνών, επιπλέει και δημιουργεί τους παγετώνες (και τραγωδίες όπως του Τιτανικού), γιατί, αντίθετα από όλα τα άλλα σώματα, με τη ψύξη του, αντί να συστέλλεται, διαστέλλεται, και έτσι το ειδικό του βάρος γίνεται μικρότερο από εκείνο της υγρής του μορφής.
Αυτό λοιπόν το περίεργο, μυστηριώδες, και μοναδικό υλικό διάλεξη η Φύση σαν στημόνι για να υφάνει το ιδιόμορφο, ασύνηθες και μοναδικό φαινόμενο – θαύμα που λέγεται ΖΩΗ.
Πράγματι, ζωή χωρίς νερό δε γίνεται! Όλα τα «υλικά» από τα οποία αποτελούνται οι βασικές μονάδες της ζωής, τα κύτταρα, καθώς και τα εξωκυτταρικά στοιχεία του σώματος, για να αποτελούν ζωντανή ύλη, και να λειτουργούν, πρέπει απαραίτητα να είναι διαλυμένα μέσα σε νερό.
Έτσι, όλο το ποσό του νερού που περιλαμβάνεται στο σώμα μας αποτελεί, κατά βάρος, το 60 τοις εκατό περίπου του σωματικού βάρους στον ενήλικα, και αρκετά περισσότερο στο βρέφος και στα νεαρά άτομα. Δηλαδή, σε άτομο που ζυγίζει 70 κιλά, τα 42 κιλά (ή λίτρα) είναι νερό, από αυτά δε τα 28 λίτρα περίπου βρίσκονται μέσα στα κύτταρα του σώματος, και τα υπόλοιπα 14 λίτρα αποτελούν το καλούμενο εξωκυττάριο υγρό.
Από τα τελευταία αυτά, τα 4 περίπου λίτρα βρίσκονται μέσα στο αίμα και τα υπόλοιπα 10 στο υγρό που περιβάλλει τα κύτταρα, δηλαδή στο μεσοκυττάριο υγρό.
Οι αριθμοί όμως που παραθέτω παραπάνω είναι λίγο – πολύ παραπλανητικοί. Για να έχουμε σαφέστερη ιδέα του πόσο «νερωμένοι» ή «νερουλιασμένοι» είμαστε, σας πληροφορώ ότι, εάν εξετάσουμε τη σύσταση του σώματος όσον αφορά τα είδη των μορίων που μας αποτελούν, εύκολα υπολογίζουμε ότι τα 99 τοις εκατό αυτών των μορίων είναι νερό!
Τα υπόλοιπα μόρια, δηλαδή οι ηλεκτρολύτες, οι υδατάνθρακες, τα λιπίδια, οι πρωτεϊνες και τόσες άλλες ουσίες μόλις και μετά βίας φτάνουν, σε αριθμό μορίων, το 1 τοις εκατό του συνολικού αριθμού!
Όλο αυτό το νερό, όπως και τα περισσότερα από τα άλλα υλικά που περιλαμβάνονται στη δομή του σώματος, ελέγχεται με μεγάλη ακρίβεια, ώστε το ποσό του, καθώς και η κατανομή του στα διάφορα «διαμερίσματα» και μέρη του σώματος, να παραμένουν σταθερά, παρά τη συνεχή του διακίνηση.
Εξάλλου, εκτός από τη συνεχή, εντονότατη διακίνηση του νερού μεταξύ των διαφόρων σημείων του σώματος, με την κυκλοφορία του αίματος και της λέμφου, καθώς και μεταξύ του αίματος και του περιεχομένου του γαστρεντερικού σωλήνα, του αίματος και του μεσοκυττάριου υγρού, κλπ., υπάρχει και η συνεχής απώλεια νερού προς το περιβάλλον, που πρέπει βέβαια να αντικαθίσταται με μεγάλη ακρίβεια.
Καλό είναι λοιπόν να κάνουμε εδώ ένα ισολογισμό, δηλαδή ένα είδος «Δούναι» – «Λαβείν,» ή, αν θέλετε, μια σύγκριση εξόδων και εσόδων, όσον αφορά το νερό του σώματος, από την οποία νομίζω ότι θα προκύψουν ορισμένα χρήσιμα στην πράξη συμπεράσματα.
Και ας αρχίσουμε με τα έξοδα νερού:
1. Νερό χάνεται από το σώμα με συνεχή εξάτμιση από ολόκληρο το δέρμα. Βέβαια, το ποσό του νερού που αποβάλλεται με αυτό τον τρόπο εξαρτάται από την υγρασία, τη θερμοκρασία και τα ρεύματα του αέρα γύρω μας, καθώς και από τα ρούχα που φοράμε.
2. Πολύ περισσότερο νερό αποβάλλεται επίσης από το δέρμα όταν λειτουργούν οι ιδρωτοποιοί αδένες για να παράγουν ιδρώτα, διεργασία που είναι απαραίτητη για τη θερμορυθμιστική λειτουργία του σώματος. Αυτό συμβαίνει όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος ξεπερνά ορισμένα όρια, καθώς και όταν η παραγωγή της θερμότητας στο σώμα είναι μεγάλη, όπως, για παράδειγμα, όταν κάνουμε χειρωνακτική εργασία είτε μυϊκή άσκηση.
3. Ένα άλλο ποσό νερού αποβάλλεται από το αναπνευστικό σύστημα με τον εκπνεόμενο αέρα, με τη μορφή των υδρατμών. Πράγματι, όλος ο εκπνεόμενος αέρας είναι πάντα κορεσμένος με υδρατμούς, που τους παραλαμβάνει με εξάτμιση νερού από τα τοιχώματα των αναπνευστικών οδών. Το ποσό αυτό είναι βέβαια ανάλογο με το ποσό του αέρα που αναπνέουμε, που και αυτό με τη σειρά του εξαρτάται από το μέγεθος του μεταβολισμού μας, και από την υγρασία του αέρα που εισπνέουμε.
4. Ένα πολύ μικρό ποσό νερού αποβάλλεται φυσιολογικά και με τα κόπρανα. Το ποσό αυτό μπορεί να γίνει επικίνδυνα μεγάλο για την υγεία, ή ακόμα και για τη ζωή μας, σε περίπτωση διάρροιας.
Το ποσό του νερού που αποβάλλεται από το σώμα με όλες τις παραπάνω οδούς δεν είναι δυνατό να ρυθμίζεται με οποιοδήποτε φυσιολογικό μηχανισμό, γιατί αυτό εξαρτάται κατευθείαν είτε από παράγοντες που δεν ελέγχονται, όπως είναι το μέγεθος του μεταβολισμού, είτε από παράγοντες του περιβάλλοντος, όπως είναι η ζέστη ή το κρύο, η υγρασία του ατμοσφαιρικού αέρα, τα ρεύματα του αέρα, κλπ.
Υπάρχει όμως και μια φυσιολογική οδός απώλειας νερού από το σώμα που μπορεί να ελέγχεται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, από φυσιολογικούς μηχανισμούς, και αυτή είναι:
5. Το ποσό του νερού που αποβάλλεται από τους νεφρούς με τα ούρα. Η τελευταία αυτή απώλεια νερού δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 400 ως 500 κυβικά εκατοστόμετρα ανά 24ωρο (1,5 ως 2 ποτήρια νερού), γιατί τόση είναι η ελάχιστη ποσότητα νερού που απαιτείται για την αποβολή από το σώμα όλων των άχρηστων και επιβλαβών ουσιών που παράγονται κατά τον μεταβολισμό είτε και που εισάγονται με οποιοδήποτε τρόπο στο σώμα. Πέρα όμως από αυτό το ελάχιστο, το ποσό του νερού που μπορεί να αποβάλλεται με τα ούρα είναι σχεδόν απεριόριστο, ελέγχεται δε με απίστευτη ακρίβεια, και εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από το ποσό του νερού που εισάγεται στο σώμα με τα ποτά και την τροφή.
Και τώρα ας δούμε τα έσοδα νερού:
1. Πίνουμε σκέτο νερό, είτε και διάφορα ποτά που περιέχουν νερό. Το ποσό αυτού του νερού μπορεί να διακυμαίνεται μέσα σε ευρύτατα όρια, και ρυθμίζεται και καθορίζεται με το αίσθημα της δίψας. Μπορεί όμως να μεταβάλλεται και με τη θέλησή μας και, κυρίως, να αυξάνεται με την πρόσληψη απεριόριστης ποσότητας νερού και διαφόρων ποτών (για παράδειγμα μπύρας), είτε και να περιορίζεται, όχι όμως σε μεγάλη έκταση, με την εκούσια αποφυγή πρόσληψης νερού και ποτών.
2. Νερό προσλαμβάνεται και με την τροφή, και μάλιστα σε αρκετά μεγάλη ποσότητα. Μη ξεχνάμε ότι ορισμένες τροφές, και κατά κύριο λόγο τα φρούτα και τα λαχανικά, περιέχουν νερό σε αναλογία 75 ως και 97 τοις εκατό.
3. Νερό επίσης παράγεται στον οργανισμό κατά την οξείδωση του υδρογόνου των θρεπτικών ουσιών για την απόδοση ενέργειας. Το ποσό αυτού του νερού είναι βέβαια ανάλογο με το μέγεθος του μεταβολισμού μας, και συνήθως κυμαίνεται γύρω στα 200 ως 400 κυβικά εκατοστόμετρα ανά 24ωρο (3/4 με 1,5 ποτήρι νερού).
Αυτά λοιπόν είναι τα έξοδα και τα έσοδα του σώματος σε νερό, που πρέπει συνεχώς να ισολογίζονται, για να διατηρείται η περιεκτικότητα του σώματος σε νερό, σε σταθερό, φυσιολογικό επίπεδο, δηλαδή σε κατάσταση ισοζυγίου νερού.
Φυσιολογικά, τα έξοδα προσδιορίζουν τα έσοδα, με κύριο μηχανισμό το αίσθημα της δίψας, αλλά και τα έσοδα προσδιορίζουν, σε πολλές περιπτώσεις, και ιδιαίτερα όταν τα έσοδα είναι μεγάλα, το επίπεδο των εξόδων, και ειδικά το ποσό του νερού που αποβάλλεται με τη μορφή των ούρων από τους νεφρούς.
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε το γεγονός ότι στον ισολογισμό του νερού του σώματος θεμελιώδη ρόλο παίζει και το ποσό του αλατιού που προσλαμβάνεται με την τροφή μας. Πράγματι, στο νερό που βρίσκεται έξω από τα κύτταρα, δηλαδή στο εξωκυττάριο υγρό, περιέχονται αναγκαστικά διάφορα ανόργανα άλατα, το σημαντικότερο από τα οποία είναι το χλωριούχο νάτριο (κοινό αλάτι), σε αναλογία περίπου 9 γραμμάρια ανά λίτρο νερού.
Η σχέση αυτή είναι ζωτικής σημασίας για τον οργανισμό, και ρυθμίζεται με μηχανισμούς που έχουν σχέση τόσο με το αίσθημα της δίψας όσο και με τη συμπύκνωση είτε την αραίωση των ούρων από τους νεφρούς.
Σε περίπτωση που η πρόσληψη αλατιού αυξάνεται κατά λίγα γραμμάρια ανά 24ωρο, υποχρεωτικά αυξάνεται και η πρόσληψη νερού ή και μειώνεται η αποβολή νερού με τα ούρα, με συνέπεια την αύξηση του βάρους του σώματος.
Βέβαια, μέσα σε λίγες μέρες, και εφόσον η αυξημένη πρόσληψη αλατιού συνεχίζεται, εγκαθίσταται μια νέα ισορροπία μεταξύ του νερού και του αλατιού που προσλαμβάνονται, αλλά και που αποβάλλονται, με συνέπεια την εγκατάσταση ισοζυγίου, αλλά και τη διατήρηση του ποσού του νερού και του αλατιού του σώματος σε υψηλότερο επίπεδο, δηλαδή την αύξηση του βάρους του σώματος.
Το γεγονός αυτό, ως γνωστό, το εκμεταλλεύονται οι κτηνοτρόφοι, και κυρίως αυτοί που εκτρέφουν αιγοπρόβατα, και προσθέτουν στην τροφή τους, για λίγες μέρες πριν από την πώλησή τους, μπόλικο αλάτι. Με αυτό τον τρόπο, τα καταφέρνουν να πουλάνε νεράκι στην τιμή του κρέατος!
Αυτό το φαινόμενο, όμως έχει και την αντίστροφη όψη του! Πράγματι, σε περίπτωση περιορισμού του αλατιού που προσλαμβάνεται ανά 24ωρο, ή ακόμα και της απώλειας αλατιού με την εφίδρωση, εγκαθίσταται, μέσα σε λίγες μέρες, νέο ισοζύγιο μεταξύ της πρόσληψης και της αποβολής αλατιού αλλά και νερού, με συνέπεια τη μείωση του σωματικού βάρους κατά τρόπο εντυπωσιακό!
Αυτό το φαινόμενο το εκμεταλλεύονται βέβαια οι διάφοροι εμπορευόμενοι την απίσχνανση, δηλαδή τα διάφορα ινστιτούτα και τα διαιτητικά κέντρα αδυνατίσματος, που υπόσχονται και πετυχαίνουν απώλεια ½ ως 1 κιλού ανά 24ρο για δυο – τρεις μέρες, αλλά πριν καλά – καλά κλείσει η εβδομάδα αρχίζει και πάλι η βραδεία αλλά σταθερή επανάκτηση των απολεσθέντων κιλών νερού και των λίγων γραμμαρίων χλωριούχου νατρίου!
Το νερό αποτελεί ένα στοιχείο διατροφής εντελώς απαραίτητο. Περισσότερο απαραίτητο ακόμα και από τις βιταμίνες. Πράγματι, εάν από τα 42 περίπου λίτρα νερό που περιέχονται στο σώμα ελλείπουν μόνο 2 λίτρα, το άτομο έχει ένα πολύ έντονο αίσθημα δίψας, εάν δε το έλλειμμα φτάσει στα 4 λίτρα, το άτομο έχει εντονότατο αίσθημα δυσφορίας. Με μεγαλύτερο έλλειμμα ο θάνατος από αφυδάτωση είναι πια επικείμενος, αναπόφευκτος δε με έλλειμμα περίπου 8 λίτρων.
Για την καλή και άνετη λειτουργία των νεφρών, το ποσό του νερού που πρέπει να προσλαμβάνεται ανά 24ωρο είναι τόσο όσο απαιτείται για την αποβολή τουλάχιστο 1,5 λίτρου ούρων ανά 24ωρο. Το περισσότερο ακόμα καλύτερο. Η πρόσληψη βέβαια πρέπει να είναι μεγαλύτερη το καλοκαίρι, γιατί τότε ένα μεγάλο ποσό νερού αποβάλλεται με τον ιδρώτα, και κατά συνέπεια απαιτείται επιπρόσθετο ποσό νερού για να μπορεί να υπάρχει επάρκεια για την αποβολή του με τα ούρα.
Το νερό καλύτερα είναι να μη το πίνουμε μαζί με το φαγητό, τουλάχιστο σε μεγάλη ποσότητα. Εξάλλου, ένα ποτήρι σκέτο νερό, αμέσως μετά το ξύπνημα το πρωί, αποτελεί μια πολύ ωφέλιμη συνήθεια. Μια άλλη εξίσου υγιεινή συνήθεια, που αποτελεί και το χρυσό κανόνα είναι: Λιγότερο αλάτι και περισσότερο νερό!
Γεννήθηκε στην Κερύνεια, ΚΥΠΡΟΣ, 20/12/1920. Διετέλεσε Καθηγητής Φυσιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών.