Αν και η Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος πέρασε, το Care σας παρουσιάζει ένα άρθρο σχετικά με τον τρόπο δράσης της νικοτίνης και τους μηχανισμούς εξάρτησης που δημιουργεί. Οσα περισσότερα γνωρίζει κάποιος για το κάπνισμα, τόσο καλύτερα μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να το ξεκινήσει, ενώ αν ήδη καπνίζει συνειδητοποιεί ακόμα περισσότερο την ανάγκη για διακοπή του. Η εξάρτηση από την νικοτίνη είναι ιδιαίτερα ισχυρή και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το 1998, 30 εκατομμύρια καπνιστές στην Ευρώπη προσπάθησαν να διακόψουν το κάπνισμα. Περισσότεροι από το 90% απέτυχαν
Περισσότερες από 4.000 χημικές ουσίες υπάρχουν στον καπνό των τσιγάρων, είτε ως αέρια είτε ως μικροσκοπικά σωματίδια. Ανάμεσα στις χημικές ουσίες που υπάρχουν σε μορφή σωματιδίων ξεχωρίζει η νικοτίνη, η οποία είναι το εθιστικό συστατικό. Η νικοτίνη διεγείρει το κεντρικό νευρικό σύστημα, αυξάνοντας τους παλμούς της καρδιάς και την αρτηριακή πίεση. Σε μεγάλες ποσότητες, είναι εξαιρετικά τοξική.
Οι μηχανισμοί της εξάρτισης
Η πιο σοβαρή χρόνια επίπτωση της νικοτίνης είναι η εξάρτηση. Η εξάρτηση από τη νικοτίνη είναι ένας νευροβιολογικός εθισμός και έχει ταξινομηθεί επίσημα ως ιατρική ασθένεια (Δέκατη Αναθεώρηση της Διεθνούς Ταξινόμησης των Νόσων [ICD-10] / Τέταρτη Έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών [DSM-IV]).
Διακεκριμένοι ερευνητές σε αυτόν τον τομέα πιστεύουν ότι το τμήμα του εγκεφάλου που παίζει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία εθισμού αντιδρά στη νικοτίνη με τον ίδιο τρόπο που αντιδρά σε άλλες εθιστικές ουσίες. Ως αποτέλεσμα, οι καπνιστές εθίζονται στη νικοτίνη, καθιστώντας τη διακοπή του καπνίσματος μια δύσκολη υπόθεση.
Ο εθισμός στη νικοτίνη χαρακτηρίζεται από τρεις κυρίους παράγοντες:
– Η χρήση της νικοτίνης δημιουργεί μια ευχάριστη αίσθηση, αναγκάζοντας έναν άνθρωπο να συνεχίζει να καπνίζει
– Το συνεχόμενο κάπνισμα οδηγεί σε ανοχή, γεγονός που σημαίνει ότι οι καπνιστές θα πρέπει να αυξήσουν την πρόσληψη νικοτίνης για να επιτύχουν τις ίδιες ευχάριστες επιδράσεις
– Η αποχή από τη νικοτίνη δημιουργεί δυσάρεστα συμπτώματα στέρησης, που οδηγούν τον καπνιστή να συνεχίσει το κάπνισμα για να τα αποφύγει.
Μόλις ένα άτομο γίνει καπνιστής, δεν είναι μόνο σωματικά αλλά και ψυχολογικά δύσκολο να αποβάλλει αυτή τη συνήθεια, μια και το κάπνισμα μπορεί επίσης να προσφέρει την επιθυμητή ψυχολογική επιβράβευση.4 Αυτό μαζί με τις συχνές επαναλαμβανόμενες τελετουργίες του ανάματος και της εισπνοής, βεβαιώνουν ότι το κάπνισμα εξελίσσεται σε ισχυρά καταναγκαστική συμπεριφορά.
Η δράση της νικοτίνης στον εγκέφαλο
Κατά την εισπνοή ενός τσιγάρου, ένα κύμα νικοτίνης πηγαίνει κατευθείαν στους πνεύμονες όπου απορροφάται από οξυγονωμένο αίμα, στέλνεται στην καρδιά και παροχεύεται στις αρτηρίες, φτάνοντας τελικά στον εγκέφαλο. Εντός 10 δευτερολέπτων μετά την εισπνοή ενός τσιγάρου, μια συγκεντρωμένη δόση νικοτίνης ελευθερώνεται στις εγκεφαλικές αρτηρίες του καπνιστή, παράγοντας μία νικοτινική δράση.
Ο εθισμένος εγκέφαλος είναι διαφορετικός από νευροβιολογικής απόψεως σε σχέση με έναν μη εθισμένο εγκέφαλο. Στην περίπτωση του εθισμού στη νικοτίνη, επέρχονται θεμελιώδεις και μακροχρόνιες αλλαγές στον εγκέφαλο, που αποτελούν σημαντικό στοιχείο του ίδιου του εθισμού. Οι επιδράσεις που επιφέρει ο εθισμός στη νικοτίνη στους νευρώνες και το σώμα εκδηλώνονται με τον ακόλουθο τρόπο:
– Με την πάροδο του χρόνου, τα εγκεφαλικά κύτταρα ενός καπνιστή προσαρμόζονται για να χειρίζονται τη χημική διαταραχή αυξάνοντας τον αριθμό υποδοχέων.
– Το σώμα προσαρμόζεται στο να λαμβάνει δόσεις νικοτίνης και εξαρτάται από αυτήν.
Η νικοτίνη διεγείρει την απελευθέρωση πλήθους χημικών ουσιών στον εγκέφαλο, και κυρίως της ντοπαμίνης και της νοραδρεναλίνης.
Η ντοπαμίνη σχετίζεται με την αίσθηση της ευχαρίστησης ή της αγαλλίασης. Ένα κύμα ντοπαμίνης είναι το βασικό χαρακτηριστικό όλων των εθιστικών ουσιών. Η ενεργοποίηση αυτού του συστήματος ανταμοιβής ενθαρρύνει την αυτοχορήγηση νικοτίνης.
Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι μακροπρόθεσμα, η νικοτίνη καταστέλλει την ικανότητα του εγκεφάλου να βιώνει ευχαρίστηση.6 Επομένως οι καπνιστές χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες της ουσίας για να επιτύχουν τα ίδια επίπεδα ικανοποίησης.
Όταν ένας καπνιστής δεν καπνίσει, η δράση της ντοπαμίνης μειώνεται, το άτομο δεν αισθάνεται πλέον ευχαρίστηση και αρχίζει να επιθυμεί άλλο τσιγάρο. Το κάπνισμα επομένως αποτελεί μια μορφή φαρμακευτικής αγωγής που λαμβάνεται αυτοβούλως: η συνέχιση του καπνίσματος καταπραΰνει τα συμπτώματα στέρησης τα οποία εμφανίζονται σύντομα αφού εξαφανιστούν οι επιδράσεις της νικοτίνης.
Η νοραδρεναλίνη ενισχύει την ετοιμότητα και αυξάνει την ενέργεια. Όταν η δράση της νοραδρεναλίνης ελαττωθεί, εμφανίζονται συμπτώματα στέρησης όπως η οξυθυμία, η απογοήτευση και ο θυμός. Έτσι, για μία ακόμη φορά, ο καπνιστής θα ανάψει ένα ακόμη τσιγάρο, για να ανακουφιστεί από αυτά τα συμπτώματα, συνεχίζοντας έτσι τον φαύλο κύκλο του εθισμού.
Συμπτώματα στέρησης – δυσάρεστα, αλλά αξίζει να τα υποφέρουμε
Τα συμπτώματα στέρησης είναι τόσο οι σωματικές αλλαγές όσο και οι νοητικές αλλαγές που συμβαίνουν μετά από τη διακοπή ή τον τερματισμό της χρήσης μια ναρκωτικής ουσίας. Συνήθως είναι προσωρινά και είναι προϊόν της σωματικής ή ψυχολογικής προσαρμογής στη μακροχρόνια χρήση της ναρκωτικής ουσίας. Συνήθως απαιτείται μια περίοδος επαναπροσαρμογής όταν η ναρκωτική ουσία δε λαμβάνεται πλέον. Στην περίπτωση του καπνίσματος, ορισμένα συμπτώματα στέρησης είναι τα εξής:
– Αίσθημα κατάθλιψης & κακής διάθεσης
– Αϋπνία
– Ευερεθιστότητα, απογοήτευση ή θυμό
– Δυσκολία συγκέντρωσης, αυξημένη νευρικότητα
– Αυξημένη όρεξη / αύξηση βάρους
Αυτά τα συμπτώματα στέρησης μπορούν να διαρκέσουν μέχρι και τέσσερις εβδομάδες μετά τη διακοπή του καπνίσματος και παρόλο που βραχυπρόθεσμα είναι δυσάρεστα, παρουσιάζουν πολύ μικρό κίνδυνο για την υγεία, συγκρινόμενα με τον κίνδυνο του να συνεχίσει κάποιος να καπνίζει.
Διαβάστε επίσης
Επιμέλεια σύνταξης ειδήσεων σχετικών με την Υγεία (Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο) για το site Care.gr.