Σύντομη περιγραφή – ορισμός
Συστηματική, φλεγμονώδης, ανοσολογικής αρχής πάθηση, που εμφανίζεται σαν επακόλουθο λοίμωξης του φάρυγγα με αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α. Χαρακτηρίζεται κυρίως από αρθρίτιδα, καρδίτιδα (προσβολή της καρδιάς), χορεία (νευρολογική εκδήλωση), ενώ μπορεί να υπάρχουν ακόμη: υποδόρια οζίδια, και χαρακτηριστικό εξάνθημα (δακτυλιοειδές ερύθημα).
Παθογένεια
Ο αιμολυτικός στρεπτόκοκκος
της ομάδας Α, προκαλεί ένα ευρύ φάσμα από λοιμώξεις. Υπάρχουν πολλά
στελέχη. Μία από τις πρωτείνες του, η πρωτείνη Μ είναι αυτή στη
οποία οφείλεται η ικανότητά του να προκαλεί ρευματικό πυρετό. Τα
στελέχη που έχουν αυτή την πρωτείνη, είναι συνήθως αυτά που
προκαλούν τις στρεπτοκοκκικές φαρυγγοαμυγδαλίτιδες. Ο ρευματικός
πυρετός, δεν οφείλεται σε αυτόν καθ’ αυτόν τον στρεπτόκοκκο αλλά
στη ανοσολογική απάντηση του οργανισμού. Έτσι, παράγονται
αντιστρεπτοκοκκικά αντισώματα, τα οποία όμως ταυτόχρονα,
παρουσιάζουν “διασταυρούμενη” αντίδραση και εναντίον του ίδιου του
οργανισμού (καρδιά). Αποτέλεσμα είναι η εμφάνιση των κλινικών
εκδηλώσεων του ρευματικού πυρετού.
Η πάθηση είναι πιο συχνή στις ηλικίες μεταξύ 5 και 15 ετών. Είναι
σπάνια πριν την ηλικία των 4 και μετά την ηλικία των 40. Η
πιθανότητα εμφάνισης ρευματικού πυρετού, μετά από στρεπτοκοκκική
αμυγδαλίτιδα
χωρίς αγωγή, είναι περίπου 1-3%. Η πάθηση μπορεί να
υποτροπιάσει.
Πρόληψη
– Το αρχικό επεισόδιο ρευματικού πυρετού μπορεί να προληφθεί, με
έγκαιρη χορήγηση πενικιλλίνης ή αν υπάρχει αλλεργία ερυθρομυκίνης,
σε κάθε στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα ή αμυγδαλίτιδα.
– Μεγάλη σημασία έχει η πρόληψη των υποτροπών του ρευματικού
πυρετού. Το θέμα αυτό αναλύεται στο κεφάλαιο της αντιμετώπισης.
Κλινική εικόνα
Οι κλινικές εκδηλώσεις του ρευματικού πυρετού, συνήθως
εμφανίζονται 2-3 εβδομάδες μετά από την στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα
ή αμυγδαλίτιδα. Παρακάτω αναφέρονται οι κυριότερες από αυτές, που
ταυτόχρονα χρησιμεύουν και σαν μείζονα κριτήρια για τη διάγνωση της
νόσου. Κάθε μία μπορεί να εμφανιστεί μόνη της ή σε συνδυασμό με τις
άλλες:
– Μεταναστευτική πολυαρθρίτιδα.
Αφορά τις μεγάλες αρθρώσεις. Μόλις υποχωρεί η προσβολή της μίας
άρθρωσης, προσβάλλεται άλλη. Συνήθως υποχωρεί σε 2 εβδομάδες
– Καρδίτιδα (50%).
Περικαρδίτιδα, καρδιακή
ανεπάρκεια με δύσπνοια και
οιδήματα, συμπτώματα και σημεία προσβολής των καρδιακών βαλβίδων
(στένωση, ανεπάρκεια μιτροειδούς, ανεπάρκεια αορτής). Τα καρδιακά
φυσήματα που διαπιστώνονται μερικές φορές τυχαία, είναι από τις πιο
συχνές κλινικές εκδηλώσεις της καρδίτιδας. Συνήθως, η οξεία
φλεγμονή υποχωρεί
μέσα σε 5 μήνες στις ανεπίπλεκτες περιπτώσεις, αφήνοντας ήπιες ή
σοβαρότερες βαλβιδικές βλάβες.
– Χορεία (χορεία Sydenham 3%).
Πρόκειται για νευρολογική εκδήλωση, που συνίσταται σε μη ηθελημένες
(ακούσιες), μεγάλου εύρους κινήσεις του προσώπου, της γλώσσας και
των άνω άκρων (χορειοαθετωσικές κινήσεις).
– Υποδόρια οζίδια.
Συνήθως υπάρχουν στις εκτατικές επιφάνειες των μεγάλων
αρθρώσεων.
– Δακτυλιοειδές ερύθημα.
Ανώδυνο εξάνθημα, που υποχωρεί σε μία ημέρα, χωρίς να αφήνει ουλή.
Τα στοιχεία του μοιάζουν με το σχήμα του δακτυλιδιού, είναι δηλαδή
ερυθρά με λευκωπό
κέντρο).
– ’λλες εκδηλώσεις:
Πυρετός, ανορεξία, καταβολή, κοιλιακή ευαισθησία.
– Όπως είναι κατανοητό, η σημαντικότερη επιπλοκή του ρευματικού
πυρετού, είναι η καρδίτιδα και η ρευματική βαλβιδοπάθεια.
Διάγνωση
Τα παραπάνω 5 κλινικά κριτήρια διάγνωσης είναι τα μείζονα.
Υπάρχουν και ελάσσονα: πυρετός, πολυαρθραλγία, απόδειξη πρόσφατης
στρεπτοκοκκικής λοίμωξης, αύξηση της ταχύτητας καθίζησης των
ερυθρών και της CRP, αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων, αύξηση του
διαστήματος PR στο ηλεκτροκαρδιογράφημα. Η διάγνωση γίνεται με τη
συνεκτίμηση ύπαρξης μείζονων και ελάσσονων κριτηρίων.
– Η απόδειξη πρόσφατης στρεπτοκοκκικής λοίμωξης γίνεται, είτε με
θετική για τον αιμολυτικό στρεπτόκοκκο, καλλιέργεια φαρυγγικού
επιχρίσματος, είτε με την ανίχνευση στο αίμα
υψηλού τίτλου αντιστρεπτοκοκκικών αντισωμάτων (ASTO, αντι-DNAάση
Β).
– Το υπερηχογράφημα
-triplex της καρδιάς, ανιχνεύει τις καρδιακές εκδηλώσεις και
χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της πορείας τους.
Αντιμετώπιση
– Εκρίζωση του στρεπτόκοκκου με χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών
(πενικιλλίνη ή ερυθρομυκίνη).
– Αντιμετώπιση της οξείας φλεγμονώδους φάσης με ανάπαυση,
αναλγητικά, ασπιρίνη, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή ακόμη
και κορτικοειδή σε
ορισμένες περιπτώσεις.
– Πρόληψη της υποτροπής (επανεμφάνισης) ρευματικού πυρετού, με
χορήγηση πενικιλλίνης ή σε αλλεργία, ερυθρομυκίνης, για μεγάλο
χρονικό διάστημα. Συγκεκριμένα:
1. Για 5 χρόνια, σε ενήλικες ασθενείς με ρευματικό πυρετό χωρίς
καρδίτιδα.
2. Ως την ηλικία των 18 ετών, σε παιδιά με ρευματικό πυρετό χωρίς
καρδίτιδα ή χορεία.
3. Εφ’ όρου ζωής, σε όλους τους ασθενείς με ρευματική
καρδίτιδα.
– Σημειώνεται ότι οι ασθενείς με ρευματική βαλβιδοπάθεια πρέπει να
λαμβάνουν κατάλληλη αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη, κάθε φορά που
πρόκειται να υποβληθούν σε αιματηρές μικροεπεμβάσεις ή χειρουργικές
επεμβάσεις, για την αποφυγή ενδοκαρδίτιδας. Σε κάθε τέτοια
περίπτωση, θα πρέπει να συμβουλεύονται το γιατρό τους.
Διαβάστε επίσης
- Ταχυκαρδία. Τι μπορεί να σημαίνει;
- Πώς διακρίνουμε μια ιογενή λοίμωξη από μια μικροβιακή
- Όταν το μωρό μας αρρωσταίνει…
- Πυρετός στο νεογνό
- Λοιμώξεις αναπνευστικού: από το κοινό κρυολόγημα έως την πνευμονία
Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, απ’ όπου αποφοίτησε το 1990. Ειδικεύτηκε στην Παθολογία, στη Θεραπευτική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείου “Αλεξάνδρα”. Ασκεί την Παθολογία στον Πειραιά, όπου διατηρεί Παθολογικό ιατρείο.