Η βλεννόρροια, ένα από τα πιο κοινά, αλλά και πιο εύκολα θεραπεύσιμα, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, παρουσιάζει ανθεκτικότητα στα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπισή της, σύμφωνα με έκθεση του εργαστηρίου Δημόσιας Υγείας της Μ. Βρετανίας.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι σε ένα πρόγραμμα του εργαστηρίου για την παρακολούθηση της ανθεκτικότητας της νόσου, σε δύο βασικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπισή της, βρέθηκαν αυξημένα ποσοστά ανθεκτικότητας.
Πιο συγκεκριμένα, η ανθεκτικότητα στην πενικιλλίνη, που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της βλεννόρροιας, βρέθηκε ότι φτάνει και το 9,4% στα δείγματα που εξετάστηκαν.
Ακόμα, η ανθεκτικότητα στο αντιβιωτικό ciproflaxacin φτάνει το 6,5% στις βόρειες περιοχές στης χώρας και το 4,4% τα βορειοδυτικά.
Ανησυχητικά ήταν και τα αποτελέσματα της έκθεσης για την επίπτωση της νόσου, για το έτος 2000, όπου αναφέρεται ότι τα νέα κρούσματα βλεννόρροιας, στην Αγγλία και την Ουαλία, είναι τα υψηλότερα της τελευταίας δεκαετίας παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 27%.
Οι υψηλότερες ομάδες κινδύνου για τη βλεννόρροια είναι οι νεαρές γυναίκες ηλικίας 16-19 καθώς και οι ομοφυλόφιλοι και αμφίφυλοι άνδρες.
Διαβάστε επίσης
- Κενά στην ενημέρωση των νέων για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα
- Απορρυπαντικά που δημιουργούν ανθεκτικά μικρόβια
Επιμέλεια σύνταξης ειδήσεων σχετικών με την Υγεία (Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο) για το site Care.gr.