Σύντομη περιγραφή – ορισμός
Η φυματίωση αποτελεί μεταδοτική λοιμώδη νόσο που οφείλεται στο Μυκοβακτηρίδιο της Φυματίωσης. Αν και προσβάλλει κυρίως τους πνεύμονες, είναι δυνατό να επεκταθεί και να προσβάλλει άλλα μεμονωμένα όργανα.
Επιδημιολογικά στοιχεία
Η φυματίωση ήταν γνωστή σαν νόσος από την αρχαιότητα και ο Ιπποκράτης θεωρείται ο πρώτος που την περιέγραψε με λεπτομέρεια χρησιμοποιώντας τον όρο “φθίση”. Κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης είχαν σαν αποτέλεσμα η νόσος να λάβει τρομακτικές διαστάσεις. Υπολογίζεται ότι το 1800, το 25% των θανάτων στην Ευρώπη οφειλόταν στη φυματίωση. Η βελτίωση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που ακολούθησε, η εφαρμογή του προληπτικού αντιφυματικού εμβολιασμού και η ανακάλυψη των αντιφυματικών φαρμάκων είχαν σαν αποτέλεσμα την συνεχή μείωση των κρουσμάτων της νόσου. Εντούτοις όμως η νόσος εξακολουθεί να εμφανίζει ενδημικό χαρακτήρα σε υποανάπτυκτες χώρες, ενώ η εξέλιξη των μέσων μαζικής μεταφοράς και η συνεχής μετακίνηση του πληθυσμού οδήγησε σε νέα αύξηση των κρουσμάτων, ακόμη και στις ανεπτυγμένες χώρες. Σήμερα υπολογίζεται ότι στις ΗΠΑ η επίπτωση της νόσου είναι 3 νέα κρούσματα κάθε 10.000 άτομα και συνεχώς αυξάνει.
Αιτιολογία και παθογένεια της φυματίωσης
Η μετάδοση της φυματίωσης γίνεται συνήθως με την εισπνοή σταγονιδίων που εκτοξεύονται κατά τον βήχα, τον πταρμό ή την ομιλία ατόμων που πάσχουν από ενεργό σπηλαιώδη φυματίωση. Σπανιότερα η νόσος είναι δυνατό να μεταδοθεί άμεσα με την επαφή ή έμμεσα μέσω της κατανάλωσης προϊόντων βοοειδών που πάσχουν από φυματιώδη μαστίτιδα. Η είσοδος των μυκοβαστηριδίων στο πνευμονικό παρέγχυμα (πρωτομόλυνση) προκαλεί τοπική φλεγμονώδη αντίδραση (πρωτολοίμωξη) με προσβολή και των παρακείμενων λεμφαδένων, η οποία στη συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων (95%) είναι ασυμπτωματική. Μέχρι το ανοσοποιητικό σύστημα καταφέρει να προετοιμασθεί κατάλληλα ώστε να αντιμετωπίσει τη λοίμωξη, διαδικασία που διαρκεί 4 – 8 εβδομάδες, αριθμός μυκοβακτηριδίων μέσω της κυκλοφορίας του αίματος διασπείρεται στα διάφορα όργανα. Αυτά είναι οι κορυφές των πνευμόνων, τα οστά, οι αρθρώσεις και το ουρογεννητικό σύστημα. Εκεί παραμένουν σε λανθάνουσα κατάσταση, για όσο χρονικό διάστημα ο οργανισμός διατηρεί ικανοποιητικό επίπεδο ανοσίας. Στο 5% των ατόμων που έχουν προσβληθεί, η νόσος δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί μετά την πρωτολοίμωξη και έτσι προκαλούνται κλινικά συμπτώματα (πρωτοπαθής φυματίωση). Η τυπική φυματίωση εμφανίζεται όταν για κάποιο λόγω μειωθεί η άμυνα του οργανισμού, οπότε μυκοβακτηρίδια που είχαν διασπαρεί στη φάση της πρωτολοίμωξης, αναζωπυρώνονται και πολλαπλασιάζονται (μεταπρωτοπαθής φυματίωση). Στο 75% των περιπτώσεων η αναζωπύρωση της νόσου εμφανίζεται στις κορυφές των πνευμόνων (χρόνια πνευμονική φυματίωση) και στην εξέλιξή της η βλάβη εκδηλώνεται αρχικά ως κοινή φλεγμονώδης αντίδραση και αργότερα με την μορφή κοιλότητας που είναι γνωστή ως φυματικό σπήλαιο.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της νόσου δεν είναι ειδικά και εξαρτώνται από την
έκταση και τη μορφή της νόσου. Σε αρκετές μάλιστα περιπτώσεις η
νόσος διαπιστώνεται τυχαία κατά τη διάρκεια ακτινολογικού ελέγχου
που γίνεται για άλλη αιτία. Τα συνηθέστερα συμπτώματα είναι:
· Βήχας
· Αιμόπτυση
· Πυρετός ιδιαίτερα κατά τις απογευματινές ώρες
· Εφίδρωση
· Απώλεια βάρους
· Καταβολή δυνάμεων
· Πλευριτικός πόνος
· Βράγχος φωνής
· Δύσπνοια
Κλινική εξέταση
Κατά της ακρόαση του θώρακα είναι δυνατό να διαπιστωθούν:
· Κριγμοί στις κορυφές των πνευμόνων που αποτελούν και τη
συνηθέστερη εντόπιση της νόσου
· Ελάττωση του αναπνευστικού ψιθυρίσματος
· Σπηλαιώδης αναπνοή
· Διάσπαρτοι υγροί ρόγχοι
Γενικά τα ευρήματα από την κλινική εξέταση είναι πενιχρά και
ελάχιστα προσφέρουν στη διάγνωση.
Εργαστηριακά ευρήματα
Η ακτινογραφία
θώρακα αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στο οποίο βασίζεται πολλές
φορές η διάγνωση της νόσου και η απόφαση για την έναρξη της
αντιφυματικής αγωγής. Η ακτινολογική εικόνα είναι ανάλογη της
έκτασης της νόσου και συνήθως καταδεικνύει:
· Πύκνωση ομοιογενή ή όχι κυρίως στους άνω λοβούς. Η εικόνα
παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την αντίστοιχη των κοινών
βακτηριδιακών πνευμονιών.
· Παρουσία πλευριτικού υγρού.
· Σπήλαιο με σαφές εσωτερικό και ασαφές εξωτερικό χείλος.
· Διόγκωση των λεμφαδένων.
· Ατελεκτασία λόγω απόφραξης βρόγχου από διογκωμένους
λεμφαδένες.
Η διάγνωση επιβεβαιώνεται με την απομόνωση των μυκοβακτηριδίων στα πτύελα. Εάν δεν υπάρχει απόχρεμψη, επιχειρείται απομόνωση του μικροοργανισμού από το γαστρικό υγρό, το φαρυγγικό επίχρισμα ή το έκπλυμα που λαμβάνεται από τους βρόγχους κατά τη διάρκεια βρογχοσκόπησης. Εάν με τις αναίμακτες μεθόδους δεν καταστεί δυνατό να απομονωθεί ο υπεύθυνος μικροοργανισμός, κάτι που συμβαίνει στο 25% των περιπτώσεων και εφόσον υπάρχουν διαγνωστικές αμφιβολίες, επιχειρείται περαιτέρω διαβρογχοσκοπική, διατοιχωματική ή ακόμη και ανοικτή βιοψία πνεύμονα.
Η δερματική δοκιμασία φυματίνης (Mantoux) αποτελεί αδρή διαγνωστική μέθοδο κατά την οποία ελέγχεται η μόλυνση κάποιου ατόμου από το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης. Το θετικό αποτέλεσμα της δοκιμασίας δεν αποδεικνύει τη νόσο και δε διακρίνει την πρόσφατη από την παρελθούσα λοίμωξη. Αυτό επιτυγχάνεται μόνο από το ιστορικό, την κλινική εξέταση, την ακτινολογική εικόνα και κυρίως την απομόνωση του μυκοβακτηριδίου από τα σωματικά υγρά.
Θεραπεία
Η θεραπεία της φυματίωσης συνίσταται στη συνδυασμένη χορήγηση δύο ή τριών αντιφυματικών φαρμάκων καθημερινά για χρονικό διάστημα 6-12 μηνών. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται πιο συχνά στην πρωτοεμφανιζόμενη φυματίωση είναι η ισονιαζίδη, η ριφαμπικίνη και η πυραζιναμίδη. Στο συνδυασμό αυτό είναι δυνατό να προστεθούν και άλλα φάρμακα όπως η στρεπτομυκίνη και η εθαμπουτόλη, όταν υπάρχει το ενδεχόμενο ανθεκτικότητας των μυκοβακτηριδίων στη συνηθισμένη αντιφυματική αγωγή. Νοσηλεία των ασθενών με πρωτοδιαγνωσμένη φυματίωση δεν είναι απαραίτητη και επιφυλάσσεται μόνο σε περιπτώσεις ατόμων που δεν έχουν τη δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης ή όταν υπάρχει υψηλός κίνδυνος μόλυνσης υγιών. Με την κατάλληλη θεραπεία οι ασθενείς παύουν πρακτικά να είναι μολυσματικοί μετά την τρίτη εβδομάδα. Το κύριο πρόβλημα της θεραπευτικής αντιμετώπισης της φυματίωσης αποτελεί η κακή συμμόρφωση των ασθενών, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να λαμβάνουν καθημερινά 2-3 φάρμακα και για διάστημα 6-12 μηνών. Η σωστή ενημέρωση των ασθενών και του περιβάλλοντός τους είναι απαραίτητη προκειμένου να αποφευχθούν θεραπευτικές αποτυχίες.
Πρόγνωση
Η πρόγνωση της νόσου με τη συνδυασμένη αντιφυματική αγωγή είναι άριστη και αναμένεται όλοι οι ασθενείς που υποβάλλονται σ’ αυτήν να θεραπευθούν πλήρως. Η πιθανότητα υποτροπής είναι μικρότερη του 5% και συνήθως οφείλεται στην κακή συμμόρφωση του ασθενή.
Πρόληψη
Η πρόληψη της φυματίωσης αποτελεί πρόκληση για τις οργανωμένες υγειονομικές υπηρεσίες. Στηρίζεται στην έγκαιρη αναγνώριση των νέων περιπτώσεων φυματίωσης, την παρακολούθηση της ανταπόκρισης των ασθενών που λαμβάνουν θεραπεία, τον έλεγχο του περιβάλλοντος των ασθενών με ενεργό φυματίωση και τη σωστή εφαρμογή του αντιφυματικού εμβολιασμού. Το εμβόλιο της φυματίωσης περιλαμβάνει ζωντανά εξασθενημένα μυκοβακτηρίδια και χορηγείται στην παιδική ηλικία (ανάλογα με τους δείκτες διαμόλυνσης κάθε χώρας), αφού προηγηθεί αρνητικό αποτέλεσμα δερματικής δοκιμασίας φυματίνης.
Διαβάστε επίσης
- Κρήτη: ιατρομουσική εκδήλωση «Η φυματίωση στο ρεμπέτικο τραγούδι»
- Τα αποτελέσματα των εξετάσεων για φυματίωση των νεοσύλλεκτων του 2001
- Η φυματίωση επιστρέφει
- Η φυματίωση επιστρέφει
- Φυματίωση: μια σύγχρονη απειλή
Απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων το 1991. Ειδίκευση στην Παθολογία στην Α’ Παθολογική Κλινική του Α.Π.Θ. Μετεκπαίδευση στην Κλινική Ογκολογία. Δίπλωμα στον Ιατρικό Βελονισμό από το European Centre for Peace and Development των Ηνωμένων Εθνών. Γραμματέας της Ιατρικής Εταιρείας Βελονισμού Βόρειας Ελλάδας και εκπρόσωπός της στο Διεθνές Συμβούλιο Ιατρικού Βελονισμού (ICMART).