Ουσιώδεις ατέλειες στα ζεύγη των χρωμοσωμάτων τους, παρουσιάζει η πλειοψηφία των εμβρύων, κατά τις πρώτες ημέρες της σύλληψης, γεγονός που ενδεχομένως ευθύνεται για την αυξημένη συχνότητα των αποβολών στις πρώτες ημέρες της εγκυμοσύνης. Τα αποτελέσματα αυτά εξήχθησαν από σχετική έρευνα, που έγινε από το Πανεπιστημιακό Κολλέγιο του Λονδίνου. Οι ερευνητές, θεωρούν ότι το νέο τεστ, που επιτρέπει την εξέταση των χρωμοσωμάτων των εμβρύων, θα αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, τόσο για την κατοπολέμηση της στειρότητας, όσο και για την αποφυγή πολλαπλών κυήσεων στις περιπτώσεις εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς οι ιατροί θα είναι πλέον σε θέση να να επιλέγουν εκείνα τα έμβρυα, που έχουν τον τελειότερο σχηματισμό ζευγών, για να τα εμφυτεύσουν στη μήτρα της μητέρας.
Από τα αποτελέσματα των ερευνών προκύπτει ότι τα κύτταρα δεν αναπτύσονται ομοιογενώς, αμέσως μετά τη σύλληψη, αλλά πολλές φορές διαιρούνται ακανόνιστα ή και καθόλου. Οι Δρ. Ουέλς και Τζόι Ντελχάντι, υπεύθυνοι της έρευνας μελέτησαν 12 έμβρυα ηλικίας τριών ημερών και διαπίστωσαν ότι μόλις τρία από αυτά είχαν αναπτύξει πλήρη ζεύγη χρωμοσωμάτων, ενώ τα 9 παρουσίασαν ανωμαλίες, σπασμένα ή υβριδιακά ζεύγη, τα δε τρία από αυτά δεν είχαν ίχνος φυσιολογικού κυττάρου. Είναι ανάγκη να διευκρινισθεί ωστόσο, ότι το νέο τεστ δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί ακόμη από το κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, καθώς ο χρόνος διενέργειάς του υπερβαίνει τις 6 ημέρες, ανώτατο χρονικό όριο διατήρησης ενός εμβρύου έξω από το περιβάλλον της μήτρας.
Διαβάστε επίσης
Επιμέλεια σύνταξης ειδήσεων σχετικών με την Υγεία (Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο) για το site Care.gr.