Όταν
στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ανακαλύφθηκε ο ιός HIV που προκαλεί
το AIDS και αποκαλύφθηκαν
οι πιθανοί τρόποι μετάδοσής του από άνθρωπο σε άνθρωπο, ήταν φυσικό
επακόλουθο, οποιεσδήποτε παρεμβατικές τεχνικές, είτε αυτές ανήκαν
στην κλασσική είτε στην εναλλακτική ιατρική, να δεχθούν έντονη
κριτική.
Μεταξύ των εναλλακτικών μεθόδων που τέθηκαν υπό αμφισβήτηση ήταν
και ο βελονισμός, η τοποθέτηση δηλαδή λεπτών βελονών σε
συγκεκριμένα σημεία του σώματος για θεραπευτικούς σκοπούς.
Στην προσπάθεια να προστατευθεί ο κόσμος από τον θανατηφόρο ιό, αφού και οι ίδιες οι μέθοδοι διάγνωσης ήταν υπό αξιολόγηση, τα κέντρα αιμοδοσίας πολλών νοσοκομείων απέκλειαν τους υποψήφιους αιμοδότες που είχαν υποβληθεί σε βελονισμό. Το μέτρο αυτό αν και υπερβολικό, ήταν αναγκαίο προκειμένου να αξιολογηθούν όλες οι νέες πληροφορίες που αφορούσαν την επιδημιολογία της νόσου.
Εν τούτοις η έρευνα και η καταγραφή των κρουσμάτων απέδειξε ότι κανένα κρούσμα της νόσου δεν οφειλόταν στο βελονισμό, τουλάχιστον στις χώρες όπου αυτός εφαρμόζονταν από γιατρούς κατάλληλα εκπαιδευμένους. Στην Ελλάδα ήδη από το 1980 η πολιτεία με την υπ’ αριθμόν 574/Α4/1191 της 21/2/1980 απόφαση του Υπουργείου Υγείας, όρισε ότι δέχεται “την εκτέλεση βελονισμού μόνο από ιατρούς που διαθέτουν εμπειρία και έχουν εκπαιδευτεί στη βελονοθεραπεία και σε καμία περίπτωση από μη ιατρούς οποιοδήποτε επάγγελμα υγείας και αν κάνουν. Είναι ευνόητο ότι στο χώρο που θα εκτελούνται οι βελονισμοί πρέπει να εφαρμόζονται όλοι οι κανόνες υγιεινής και να υπάρχει αποστειρωτικός κλίβανος για την αποστείρωση των βελονών που χρησιμοποιούνται.”
Η αποστείρωση των βελονών βελονισμού όπως και των υπόλοιπων ιατρικών και οδοντιατρικών εργαλείων, σε αποστειρωτικούς κλίβανους στους 120 βαθμούς Κελσίου για δύο ώρες ή στους 170 βαθμούς για μία ώρα, αποτελεί την πιο αποτελεσματική και αξιόπιστη μέθοδο. Στις παραπάνω θερμοκρασίες, κανένα από τα γνωστά μικρόβια και ιούς (μεταξύ αυτών και οι ιοί της ηπατίτιδας και του AIDS) δεν μπορεί να επιβιώσει. Στην Ελλάδα, όλοι οι γιατροί που ασκούν το βελονισμό διαθέτουν παρόμοιους κλιβάνους, όπως άλλωστε ορίζει ήδη από το 1980 το αρμόδιο υπουργείο και αποστειρώνουν επιμελώς τις βελόνες βελονισμού. Για αυτό άλλωστε δεν έχει καταγραφεί στη χώρα μας κανένα κρούσμα μετάδοσης λοιμώδους νοσήματος με το βελονισμό, εφόσον αυτός ασκείται από γιατρούς.
Κανένα διάλυμα που κυκλοφορεί στο εμπόριο δεν είναι σε θέση να αποστειρώσει αποτελεσματικά τα ιατρικά εργαλεία και επομένως να εξασφαλίσει την ασφαλή επαναχρησιμοποίησή τους. Για αυτό το λόγο, απαγορεύεται αυστηρά η τοποθέτηση των βελονών σε γυάλινο ή πλαστικό σωληνάριο που περιέχει οινόπνευμα ή άλλο απολυμαντικό υγρό (πχ bezalkonium chloride), χωρίς να έχει προηγηθεί η αποστείρωσή τους σε ειδικό κλίβανο, με τις συνθήκες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να μην υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης στον ασθενή κάποιου λοιμώδους νοσήματος (εφόσον ο καθένας χρησιμοποιεί τις δικές του βελόνες), αλλά δεν μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα τοπικής δερματικής λοίμωξης από κοινούς μικροοργανισμούς.
Σήμερα χρησιμοποιούνται ολοένα περισσότερο οι αποστειρωμένες βελόνες μιας χρήσεως. Αυτές, αποστειρώνονται και συσκευάζονται στο εργοστάσιο παραγωγής με αυστηρές ποιοτικές προδιαγραφές, ανοίγονται τη στιγμή του βελονισμού και χρησιμοποιούνται μία μόνο φορά. Έτσι, αφενός δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος μετάδοσης λοιμώδους νοσήματος, αφετέρου είναι περισσότερο ανώδυνες, αφού δεν αλλοιώνεται η λεπτότατη ακίδα τους από τους διαδοχικούς κλιβανισμούς και τη συνεχή χρήση. Το κόστος και η δυνατότητα εισαγωγής τους στην Ελλάδα έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και αποτελούν πλέον την ιδανικότερη λύση. Στις Η.Π.Α, η Εταιρεία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), που αποτελεί το μεγαλύτερο οργανισμό προάσπισης της δημόσιας υγείας, επιβάλλει υποχρεωτικά σε όλους τους βελονιστές τη χρήση αποστειρωμένων βελονών μιας χρήσεως, απαγορεύοντας αυστηρά ακόμη και την αποστείρωση των βελονών σε αποστειρωτικό κλίβανο.
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι, εφόσον ο βελονισμός ασκείται από γιατρούς που κατέχουν τη νόμιμη άδεια ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος και είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι στη βελονοθεραπεία, δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος μετάδοσης, οποιουδήποτε λοιμώδους νοσήματος.
Διαβάστε επίσης
Απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων το 1991. Ειδίκευση στην Παθολογία στην Α’ Παθολογική Κλινική του Α.Π.Θ. Μετεκπαίδευση στην Κλινική Ογκολογία. Δίπλωμα στον Ιατρικό Βελονισμό από το European Centre for Peace and Development των Ηνωμένων Εθνών. Γραμματέας της Ιατρικής Εταιρείας Βελονισμού Βόρειας Ελλάδας και εκπρόσωπός της στο Διεθνές Συμβούλιο Ιατρικού Βελονισμού (ICMART).