Έμετος

Σύντομη περιγραφή – ορισμός

Η βίαιη αποβολή γαστρικού περιεχομένου από το στόμα.

Αντιμετώπιση με βελονισμό

Η ναυτία και ο έμετος μπορεί να εμφανίζονται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, γενικά όμως είναι τόσο στενά συνδεδεμένα, ώστε να περιγράφονται από κοινού.

Η αποτελεσματικότητα του Βελονισμού στη συμπτωματική θεραπεία της ναυτίας και των εμέτων, έχει τεκμηριωθεί με άρτια σχεδιασμένες μελέτες, που έχουν δημοσιευθεί σε έγκριτα Ιατρικά περιοδικά. Στο φάσμα των παθήσεων που συνοδεύονται με ναυτία ή έμετο περιλαμβάνονται: η πρωινή ναυτία της κύησης, η υπερέμεση του πρώτου τριμήνου της κύησης, η έμεση της χημειοθεραπείας, η ημικρανία, η οξεία γαστρεντερίτιδα και η ναυτία και οι έμετοι του ταξιδιού.

Το ισχυρότερο σημείο Βελονισμού που χρησιμοποιείται στη θεραπεία της ναυτίας και των εμέτων είναι το Περ6 και βρίσκεται στην εσωτερική επιφάνεια του αντιβραχίου, 3 δάκτυλα (2 cun) κεντρικότερα από το μέσον της καμπτικής πτυχής του άκρου χεριού. Το σημείο αυτό βελονίζεται κάθετα, σε βάθος 1 – 2 εκατοστά, μέχρι να γίνει αντιληπτή από τον ασθενή η αίσθηση του Τε Τσι. Είναι επίσης δυνατό να εφαρμοσθεί από τον ίδιο τον ασθενή μάλαξη στο σημείο αυτό (μασάζ), ή να γίνει ενδοδερμική έγχυση 0,5 ml φυσιολογικού ορού ή τοπικού αναισθητικού (φαρμακευτικός βελονισμός). Αλλα σημεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ανάλογα με την αιτία που προκαλεί τον εμετό είναι: Σ36, ΑΣ12, Σπ 4, ΑΣ10, Η3, ΟΚ20. Η διάρκεια των θεραπειών εξαρτάται από την νόσο και από την ανταπόκριση του ασθενή. Στις ήπιες περιπτώσεις (οξεία γαστρεντερίτιδα), είναι δυνατό να εφαρμοσθεί μία μόνο συνεδρία βελονισμού. Στην υπερέμεση της κύησης, οι συνεδρίες επαναλαμβάνονται κάθε δύο ή τρεις ημέρες, έως ότου παρέλθει το πρώτο τρίμηνο της κύησης. Συγχρόνως η εγκυμονούσα, διδάσκεται πώς να εντοπίζει και να αυτοδιεγείρει με μασάζ το σημείο Περ6.

Ο έμετος μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα κάποιας σοβαρής ψυχικής ή οργανικής διαταραχής και ο βελονισμός αποτελεί συμπτωματική μόνο θεραπεία. Επομένως είναι απαραίτητο, πριν την έναρξη της θεραπείας με βελονισμό, ο ασθενής να διερευνηθεί πλήρως, προκειμένου να αποκλεισθεί οποιαδήποτε σοβαρή πάθηση που είναι δυνατόν να υποκρύπτεται. Έτσι, αφενός μεν δεν θα καθυστερήσει η διάγνωση της πρωταρχικής νόσου, αφετέρου, εφόσον η πρωταρχική νόσος επιδέχεται θεραπείας με Βελονισμό, θα αντιμετωπισθεί παράλληλα.