Τα μέλη μίας Αφρικανικής φυλής τα οποία καταναλώνουν ψάρι σε καθημερινή βάση έχουν μειωμένα επίπεδα λεπτίνης, της ορμόνης που έχει συσχετιστεί με τη ρύθμιση της όρεξης και την παχυσαρκία. Τα νέα αυτά στοιχεία πιθανόν να εξηγήσουν το γιατί όσοι καταναλώνουν συχνά ψάρι έχουν μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Η λεπτίνη, η ορμόνη η οποία παράγεται από τα λιποκύτταρα, θεωρείται από τους επιστήμονες ότι παίζει ρόλο στη μείωση της όρεξης όταν οι λιπαποθήκες είναι γεμάτες. Ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο το πως η ορμόνη λειτουργεί για τη ρύθμιση της όρεξης.
Η λεπτίνη δημιούργησε μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον, τα τελευταία χρόνια λόγω του ρόλου της στο μεταβολισμό και στην αύξηση του σωματικού βάρους. Μάλιστα πρόσφατα οι επιστήμονες συσχέτισαν τα υψηλά επίπεδα λεπτίνης με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Αντίθετα η κατανάλωση ψαριού έχει συσχετιστεί με μειωμένο κίνδυνο από τα καρδιαγγειακά.
Οι επιστήμονες από τη Mayo Clinic, επισημαίνουν τώρα ότι η διατροφή που είναι πλούσια σε ψάρι συσχετίζεται με μειωμένα επίπεδα λεπτίνης στο αίμα, ανεξάρτητα από το σωματικό λίπος, αποτελέσματα τα οποία μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση της καρδιαγγειακής προστασίας που παρέχει η κατανάλωση ψαριού.
Οι επιστήμονες μέτρησαν την επίδραση της κατανάλωσης ψαριού σε δύο γειτονικές Αφρικανικές φυλές. Η μία φυλή, από την οποία μελέτησαν 279 άτομα, κατοικούσε δίπλα σε λίμνη και τα μέλη της κατανάλωναν ψάρι καθημερινά.
Η άλλη φυλή, από την οποία μελέτησαν 329 άτομα, δεν κατανάλωνε ψάρι συχνά, καθώς ζούσε μακριά από τη λίμνη. Η διατροφή των ατόμων της δεύτερης φυλής στηριζόταν σε φρούτα και λαχανικά.
Η ενεργειακή πρόσληψη και ο τρόπος ζωής και στις δύο φυλές ήταν παρόμοιος. Ωστόσο στην πρώτη φυλή σχεδόν το ένα τέταρτο των συνολικών ημερήσιων θερμίδων προερχόταν από τα ψάρια.
Τα επίπεδα της λεπτίνης στους άνδρες από την πρώτη φυλή ήταν λιγότερο από το ένα τέταρτο των επιπέδων της λεπτίνης που είχαν οι άνδρες της δεύτερης φυλής, στην οποία η διατροφή βασιζόταν σε φρούτα και λαχανικά.
Αντίστοιχα, τα επίπεδα της λεπτίνης, στις γυναίκες της πρώτης φυλής ήταν 5ng/ml, ενώ στις γυναίκες της δεύτερης φυλής ήταν 12ng/ml.
Αν και δεν είναι ακόμα γνωστό το αν τα αποτελέσματα αυτά ισχύουν και για τους ανθρώπους που ζουν σε τελείως διαφορετικό περιβάλλον, φαίνεται ότι η διατροφή που βασίζεται στο ψάρι πιθανόν να αλλάζει τη σχέση μεταξύ της λεπτίνης και του σωματικού λίπους και κατά κάποιο τρόπο να κάνει το σώμα να ανταποκρίνεται στα “μηνύματα που στέλνει” η λεπτίνη.
Διαβάστε επίσης
- Η σημασία του ασβεστίου για τον οργανισμό μας
- Προστατέψτε τα μάτια σας με βιταμίνη Ε
- Τα Ναι και τα Οχι στη διατροφή της εγκύου
- Κυανοκοβαλαμίνη ή Βιταμίνη Β12
- Βιταμίνη D
Επιμέλεια σύνταξης ειδήσεων σχετικών με την Υγεία (Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο) για το site Care.gr.