Το Care έχει την τιμή να σας παρουσιάσει τη διάλεξη του καθηγητή Φυσιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Ιωάννη Χατζημηνά, με θέμα: Η Φυσιολογία και οι συναφείς επιστήμες κατά τον 20ο Αιώνα. Η διάλεξη αυτή δόθηκε στο πλαίσιο της σειράς των διαλέξεων των Ομότιμων Καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, την 13η Μαΐου 2002, στην Αίθουσα Προπυλαίων του κεντρικού κτιρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ακολουθεί το πρώτο μέρος της διάλεξης, ενώ το δεύτερο μέρος θα δημοσιευθεί την Κυριακή 19/5.
Αγαπητοί συνάδελφοι, κυρίες και κύριοι,
Πριν προχωρήσω στην ανάγνωση αυτής της διάλεξης, νομίζω ότι οφείλω μιαν εξήγηση γι’ αυτό που θα επακολουθήσει. Αρχικά, όταν ανέλαβα αυτό το έργο, είχα αρχίσει να μαζεύω υλικό που θα μου ήταν χρήσιμο για την κατά γράμμα απεικόνιση, έκθεση και ερμηνεία όλων αυτών των κατακτήσεων που επετεύχθησαν στον τομέα της Φυσιολογίας και των συναφών επιστημών κατά τον 20ό αιώνα.
Αυτό θα ήταν σύμφωνο με τον τίτλο που είχα ήδη ανακοινώσει, και που αποτελεί απόλυτη προσαρμογή προς το σχεδιασμό αναφορικά με το περιεχόμενο και τα πλαίσια αυτής της σειράς των διαλέξεων. Πολύ γρήγορα όμως αντιλήφθηκα ότι αυτό το εγχείρημα δεν διέφερε και πολύ από τον άθλο της πλήρωσης του πίθου των Δαναϊδων, ούτε βέβαια και η πραγματοποίησή του θα είχε κανένα χρήσιμο και λογικά αποδεκτό αποτέλεσμα.
Αυτό, γιατί η έκταση αυτής της απεικόνισης θα ήταν απίθανα εκτενής, και η πορεία εξαιρετικά δαιδαλώδης, καθώς η αφήγηση θα επικεντρώνεται διαδοχικά στα πάμπολλα και διάφορα θέματα που θα αναδύονταν στην επιφάνεια του ενδιαφέροντος κατά την πορεία μας στο χρόνο. Εξάλλου, η κάποια λογική μεταξύ τους σύνδεση θα απαιτούσε αρκετά μεγάλη και εξαντλητική προσπάθεια τόσο από εμένα που θα την επιχειρούσα όσο και για τους ακροατές που θα προσπαθούσαν να την παρακολουθήσουν.
Θα έπρεπε λοιπόν να εξευρεθεί κάποιος άλλος τρόπος αντιμετώπισης και επεξεργασίας του θέματος. Έτσι, κατέληξα στην απόφαση της επισκόπησης και της σκιαγράφησης ορισμένων μόνο χαρακτηριστικών επιτευγμάτων στη Φυσιολογία και τις συναφείς επιστήμες κατά τον 20ό αιώνα, με τη μέθοδο της εικονικής και, κατά το πλείστον επιλεκτικής τους θεώρησης, με γνώμονα την αξία και την ουσιαστική σημασία των επιτευγμάτων αυτών, με βάση υποκειμενικά μου κριτήρια.
Εδώ όμως υπεισέρχεται και ένας άλλος, πολύ σημαντικός παράγων που αφορά τον τρόπο της παρουσίασης της υποκειμενικής αυτής θεώρησης των επιτευγμάτων αυτών, σε συσχέτιση με την ευχερέστερη και άνετη κατανόησή τους από τους ακροατές μου. Το θέμα ανάγεται στον ιδιαίτερο, προσωπικό τρόπο που χρησιμοποιώ για τη διατύπωση και την έκφραση των σκέψεων και των συμπερασμάτων μου.
Πράγματι, από πολύ παλιά, μου έγινε συνήθεια, που με το χρόνο ενισχύθηκε προοδευτικά, για να καταστεί μια δεύτερη φύση, η παρατήρηση, η μελέτη και η σπουδή της λεπτομέρειας σε απίστευτο βάθος, που φτάνει στα «μεγέθη» των υποατομικών «στοιχειωδών σωματιδίων,» αλλά και πέρα από αυτά, καθώς και στη διαστολή απίστευτα μικρών διαστημάτων του χρόνου, έτσι ώστε τα γεγονότα να εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια της φαντασίας μου με ρυθμό βραδείας προβολής (slow motion), με καταπληκτική, αλλά και με έξοχα αποκαλυπτική και μεγαλοπρεπή βραδύτητα!
Αλλά και το αντίθετο μου συμβαίνει: Οι αλληλουχίες των γεγονότων, πραγματικών είτε και υποθετικών, που διαρκούν από λίγες μόνο ώρες ως και μερικά δισεκατομμύρια χρόνια, μπορούν να επιταχύνονται στη οθόνη του βίντεο της φαντασίας, έτσι ώστε να καταλαμβάνουν τόσο χρόνο όσος απαιτείται για την ευκρινέστερη ανάλυση, ταξινόμηση και κατανόησή τους.
Εξάλλου, από όσο μπορώ να θυμάμαι, πάντα μου άρεσαν οι αριθμοί και όλες εκείνες οι έννοιες που μπορούν να εκφράζονται και να παριστάνονται με αριθμούς. Αλλά και όλες οι μαθηματικές αλλά και οι απλές αριθμητικές πράξεις και υπολογισμοί, απλοί και περίπλοκοι: Κάποτε, όταν ακόμα φοιτούσα στο Γυμνάσιο – πολλά χρόνια πριν από την εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών – είχα αγοράσει ένα «λογιστικό κανόνα» (slide rule), ο οποίος είχε πράγματι δεινοπαθήσει στα χέρια μου.
Τον χειριζόμουνα με τις ώρες, όχι μονάχα για να με διευκολύνει στη λύση των προβλημάτων στα μαθηματικά, την άλγεβρα ή την τριγωνομετρία, αλλά και για τον υπολογισμό των πιο απίθανων μεγεθών που ήταν δυνατό να φανταστώ, και σας ορκίζομαι ότι φανταζόμουνα πολλά – πάρα πολλά – πιθανά και απίθανα πράγματα, που απαιτούσαν τον άμεσο υπολογισμό τους, τις περισσότερες φορές αρκετά περίπλοκο και μπερδεμένο!
Βέβαια ποτέ μου δεν διανοήθηκα να μιμηθώ τους λογίους του Βυζαντίου, οι οποίοι, ακόμα και λίγες μόνο μέρες πριν από την άλωση της Πόλης, διεξήγαγαν ατέρμονες, θυελλώδεις συζητήσεις για την ανεύρεση του καλύτερου τρόπου για τον υπολογισμό του αριθμού των αγγέλων που μπορούν να χωράνε όρθιοι σε κεφαλή καρφίτσας! Προσπάθησα όμως να υπολογίσω τον αριθμό των ατόμων μετάλλου που αποτελούν αυτή την καρφίτσα!
Αυτή η μανία της αριθμοδιερεύνησης δεν με εγκατέλειψε ποτέ. Σήμερα δε, με την έλευση πρώτα των ηλεκτρονικών υπολογιστών τσέπης και στη συνέχεια με την εμφάνιση των αντίστοιχων υπολογιστών γραφείου, μπορώ να πω ότι μάλλον ενισχύθηκε και επεκτάθηκε σε καινούργιες διαστάσεις και σε πολλαπλά επίπεδα. Η μαγεία της αριθμητικής διερεύνησης και της μαθηματικής έκφρασης των πάντων με γοητεύει πολύ περισσότερο από το οποιοδήποτε ποίημα του Καβάφη, είτε και του οποιουδήποτε Νομπελίστα ποιητή – Έλληνα είτε ξένου!
Παρά ταύτα, για την παρούσα περίπτωση, αναγκάζομαι, με πόνο ψυχής, να εγκαταλείψω, κατά το δυνατόν, αυτού του είδους τη διαμόρφωση της έκφρασης και το είδος του λόγου!
Η Φυσιολογία είναι η Επιστήμη που αφορά την αποκάλυψη, τη μελέτη, τη διερεύνηση και την ερμηνεία όλων των φυσικών και χημικών διεργασιών που επιτελούνται στο ζωντανό οργανισμό, αποτελεί δε τον έναν από τους δυο γενικούς κλάδους στους οποίους υποδιαιρείται η Βιολογία. Αυτή η τελευταία, περιλαμβάνει τη μελέτη του συνολικού φαινομένου της Ζωής και διακρίνεται σε Μορφολογία (η οποία, όσον αφορά τον άνθρωπο και τα ζώα, μπορεί να διακρίνεται σε Ανατομική και Ιστολογία), και σε Φυσιολογία, η οποία γενικά ασχολείται με το σύνολο των βιολογικών λειτουργιών που επιτελούνται στον οργανισμό.
Ως συναφείς προς τη Φυσιολογία επιστήμες και μέθοδοι μπορεί να θεωρούνται η Βιολογική χημεία, η Φαρμακολογία, η Γενετική, η Μικροβιολογία, η Ιατρική Φυσική, οι διάφορες απεικονιστικές τεχνικές όπως είναι η αξονική και η μαγνητική τομογραφία, η υπερηχογραφία, η σπινθηρογράφηση, η ηλεκτροκαρδιογραφία, η ηλεκτροεγκεφαλογραφία, καθώς και πολλές άλλες μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τη διερεύνηση των πολλαπλών λειτουργιών του σώματος, τόσο για διαγνωστικούς όσο και για πειραματικούς σκοπούς.
Η Φυσιολογία σαν η επιστήμη της διερεύνησης των λειτουργιών του σώματος του ζώντος οργανισμού με μεθόδους της Φυσικής και της Χημείας άρχισε να διαμορφώνεται και να συγκροτείται σε ιδιαίτερη Επιστήμη μόνο από τον 19ο αιώνα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, κατά την αρχαιότητα, και μέχρι και τον 17ο αιώνα μ.Χ., η πρόοδος και γενικά η έρευνα για την αποκάλυψη των σχετικών γνώσεων υπήρξε ασήμαντη, αποσπασματική και με εσφαλμένο υπόβαθρο και παραπλανητικό προσανατολισμό, με αποτέλεσμα η σχετική προσπάθεια να οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα, σε διατύπωση απίθανα απλοϊκών θεωριών που δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με την πραγματικότητα, σε απίθανα αδιέξοδα, και σε πλήρη σύγχυση και στασιμότητα ιδεών. Καμιά ουσιαστική πρόοδος και ανακάλυψη στον τομέα της Φυσιολογίας δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί όταν, ακόμα και οι μεγάλες διάνοιες της εποχής εκείνης, πίστευαν ότι τα χημικά στοιχεία από τα οποία αποτελείται η Φύση ήταν τέσσερα, η Γη, ο αέρας, η φωτιά και το νερό.
Εξάλλου, η πειραματική διερεύνηση της λειτουργίας των διαφόρων οργάνων και συστημάτων στο ζωντανό οργανισμό, η οποία απετέλεσε και αποτελεί και σήμερα τον ακρογωνιαίο λίθο της ερευνητικής προσπάθειας στον τομέα της Φυσιολογίας, πρακτικά ήταν άγνωστη. Πράγματι, κατά την αρχαιότητα, η σχετική ερευνητική προσπάθεια γινόταν σχεδόν αποκλειστικά σε πτώματα, με προσανατολισμό μάλλον προς την αποκάλυψη, τη διερεύνηση και τη διευκρίνιση της αδρής δομής των διαφόρων οργάνων, δηλαδή με κατεύθυνση προς την ανατομία μάλλον παρά προς τη φυσιολογία.
Πράγματι, οι λειτουργίες του οργανισμού των ζώων και του ανθρώπου δεν ήταν ποτέ δυνατό να μελετηθούν κατά τρόπον αποδοτικό, και να κατανοηθούν, έστω και στοιχειωδώς, εφόσον επικρατούσε παντελής άγνοια αναφορικά με την κυτταρική δομή του οργανισμού, την κυκλοφορία του αίματος, την πραγματική σημασία των αναπνευστικών κινήσεων, καθώς και την αντλητική λειτουργία της καρδίας.
Όλα αυτά κατέστη δυνατόν να ανακαλυφθούν μετά την κατασκευή των πρώτων μικροσκοπίων, και τη χρησιμοποίησή τους στις σχετικές έρευνες κατά τον 17ο αιώνα.
Παρά ταύτα, εντύπωση μου προκαλούν οι στίχοι 438 ως και 444 από τη Ραψωδία Ν της Ιλιάδας, όπου ο Όμηρος περιγράφει το φόνο του Αλκάθοου, αντρείου γιου του Αισυϊτη, από τον Ιδομενέα, μέσα στην αντάρα της μάχης. Σε ελεύθερη μετάφραση αφηγείται:
« τον χτύπησε στη μέση του στήθους με το δόρυ του ο αντρείος Ιδομενέας και του διέρρηξε το χάλκινο θώρακα, που προστάτευε το σώμα του από τον όλεθρο Κι’ εκείνος έπεσε με βρόντο ανάσκελα, όταν το κοντάρι σφηνώθηκε στην καρδιά του. Κι’ έτσι που αυτή σπαρταρούσε, κουνιόταν η ουρά του κονταριού »
Αυτή η πράγματι εκπληκτική για το ρεαλισμό της περιγραφή διατυπώθηκε, κατά τα φαινόμενα, πριν από περίπου δυο χιλιάδες εφτακόσια χρόνια, και υποδηλώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο το γεγονός ότι η λειτουργία της καρδίας, ως οργάνου που εκτελεί αλλεπάλληλες, ρυθμικές συστολές εφ΄ όρου ζωής, και μάλιστα με δύναμη ικανή να προσδίδει κίνηση στο κοντάρι του δόρατος που σφηνώθηκε πάνω της, ήταν ήδη γνωστή.
Παρά ταύτα, η λειτουργία της καρδίας ως καταθλιπτικής, αλλά και ως αναρροφητικής αντλίας, που επιτελεί τη διακίνηση του αίματος μέσα στο αγγειακό σύστημα, με τον καταπληκτικό ρυθμό των πέντε ως και τριάντα ακόμα λίτρων ανά πρώτο λεπτό έπρεπε να αναμένει περί τις δυο χιλιάδες τριακόσια χρόνια από τότε για να ανακαλυφθεί και περιγραφεί, για πρώτη φορά, από τον William Harvey, το 1616 μ.Χ.
Βέβαια αυτό οφείλετο στο γεγονός ότι κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί την παρουσία του καταπληκτικού σε έκταση δικτύου των αόρατων με γυμνό οφθαλμό τριχοειδών που παρεμβάλλεται μεταξύ του πέρατος των αρτηριδίων και της αρχής των φλεβιδίων!! Και εφόσον αυτή η επικοινωνία δεν ήταν, εκ των πραγμάτων, δυνατό να τεκμηριωθεί, δεν μπορούσε, με κανένα τρόπο να καταστεί γνωστό ότι το κυκλοφορικό σύστημα ήταν ένα συνεχές κλειστό κύκλωμα αγγείων μέσα στο οποίο κυκλοφορούσε μια μάλλον μικρή ποσότητα αίματος, με κινούσα δύναμη την αντλητική λειτουργία της καρδίας. Το μικροσκόπιο, καθώς και η χρησιμοποίηση της πειραματικής μεθόδου, έμελλαν να αποκαλύψουν τη λύση σ’ αυτό το αίνιγμα!
Διαβάστε επίσης
Γεννήθηκε στην Κερύνεια, ΚΥΠΡΟΣ, 20/12/1920. Διετέλεσε Καθηγητής Φυσιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών.