Ποιος είναι ο ρόλος του συναισθήματος ή απλά της ψυχικής κατάστασης, για την καλή ή κακή κατάσταση της υγείας, για τη διατήρηση ή την απώλεια της υγείας, για την προφύλαξη από την αρρώστια, για τη θεραπεία από μια οποιαδήποτε νόσο ή ακόμα και για τη λογική, την ειρηνική συμβίωση με μια νόσο; Ποια είναι η σχέση, αν υπάρχει, μεταξύ της «ψυχής» και του σώματος, και αντίστροφα, του σώματος και της «ψυχής;» Είναι οι «ψυχοσωματικές» επιδράσεις, θεραπευτικές ή καταστροφικές, θαυματουργές ή ολέθριες, ιαματικές ή νοσογόνες, πραγματικότητα ή πρόκειται για φαντασιώσεις νοσηρών ή ευφάνταστων εγκεφάλων ή αποτελούν επινοήματα πανούργων εκμεταλλευτών του ανθρώπινου πόνου και της ανθρώπινης ευπιστίας και ελπίδας;
Τα ερωτήματα είναι τόσο παλιά όσο και η αρχή της ιστορίας του ανθρώπου, και απασχόλησαν όχι μονάχα τους ειδικούς επιστήμονες που ασχολούνται με την υγεία, αλλά και τους φιλοσόφους, τους ιδρυτές και τους υπηρέτες των θρησκειών, τους αλχημιστές, τους μάγους και τους θαυματοποιούς, και γενικότερα τον κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, σε Ανατολή και Δύση.
Οι απαντήσεις που δόθηκαν και εξακολουθούν να δίδονται είναι πολλές και ποικίλες, και τοποθετούνται σε ολόκληρο το φάσμα του ανθρώπινου επιστητού, αρχίζοντας από ακραίες μεταφυσικές, θεοκρατικές αντιλήψεις και φτάνοντας μέχρι την αυστηρά λιτή, στεγνή, επιστημονική θεώρηση.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι απαντήσεις είναι θετικές: ναι, υπάρχει συσχέτιση της πνευματικής, ψυχικής, ψυχολογικής κατάστασης του ατόμου και της διατήρησης της υγείας, της προφύλαξης από τη νόσο, της αντιμετώπισης της νόσου.
Δεν είναι δε λίγες οι μέθοδοι και τα συστήματα που έχουν εφευρεθεί και εφαρμοστεί από πολύ παλιά μέχρι και σήμερα, για τη θετική ενίσχυση αυτής της σχέσης, έτσι ώστε να αντλείται από αυτή, σε όσο το δυνατό μεγαλύτερη έκταση, το προσδοκώμενο πρακτικό όφελος, δηλαδή ίαση και υγεία.
Έτσι, για παράδειγμα, αναφέρω λίγες μόνο από τις μεθόδους που είναι σήμερα της μόδας: διαλογισμός (υπερβατικός και μη), γιόγκα, ομαδοθεραπεία, κατευθυνόμενη φαντασίωση, χαλάρωση (πολλών ειδών), ύπνωση, υπνοϋποβολή, ψυχανάλυση (πολλά συστήματα), κλπ. Η καθεμιά από αυτές τις μεθόδους έχει τους φανατικούς οπαδούς της, καθώς και τους αντιπάλους της. Υπάρχουν οι πιστοί και οι άπιστοι, οι εύπιστοι και οι επικριτές, οι εκμεταλλευτές και τα θύματα της εκμετάλλευσης.
Ποια είναι άραγε η γνώμη των υπεύθυνων επιστημόνων πάνω σ αυτό το θέμα; Μέχρι σε ποιο σημείο μπορούν να ελεγχθούν τα αποτελέσματα και ποιος είναι ο φυσιολογικός μηχανισμός με τον οποίο πραγματοποιούνται;
Αυτή την υπεύθυνη γνώμη νομίζω ότι την εκφράζει, με ενάργεια και λακωνικότητα, ο Καθηγητής Robert Adams, της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Rochester, πρωτοπόρος και βαθύς γνώστης του θέματος, ο οποίος λέει:
«Μικρή μόνο αμφιβολία υπάρχει για τη δυνατότητα μεταβολής της πορείας μιας νόσου με χειρισμούς ψυχολογικών παραγόντων. Για να καταστεί όμως αυτή η γνώση χρήσιμη στο γιατρό, χρειάζεται να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς αυτής της επίδρασης.»
Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση για την κατανόηση αυτών των μηχανισμών είναι η γνώση της δομής και του τρόπου λειτουργίας του «φυσικού,» του «φυσιολογικού» υποστρώματος, που απαιτείται γι αυτή την αλληλεπίδραση και που στην πράξη σημαίνει τη βαθιά γνώση της δομής και της Φυσιολογίας του σώματος του ανθρώπου.
Και αυτό είναι προφανές ότι δεν είναι ακόμα σήμερα εφικτό, παρά τις απίστευτα φανταστικές προόδους της Επιστήμης. Αλλά και εκείνα που είναι σήμερα γνωστά, και πάνω στα οποία μπορεί κανένας να θεμελιώσει υποθέσεις και να διατυπώσει θεωρίες, δεν είναι δυνατό να εκτεθούν μέσα στα πλαίσια ενός σύντομου άρθρου, όπως το προκείμενο.
Μπορούμε όμως να σκιαγραφήσουμε μια πολύ απλουστευμένη εικόνα του σκηνικού, μέσα στα πλαίσια του οποίου διαδραματίζονται τα «δρώμενα» σε αυτή την περίπτωση.
Ο καθένας μας αποτελείται από ένα τεράστιο πληθυσμό κυττάρων – κάπου 100 τρισεκατομμύρια, δηλαδή είκοσι χιλιάδες φορές ο ανθρώπινος πληθυσμός ολόκληρου του πλανήτη – που το καθένα αποτελεί ένα αφάνταστα πολύπλοκο και τέλεια οργανωμένο «κόσμο.» Ο πληθυσμός αυτός βρίσκεται σε μια συνεχή δυναμική ισορροπία, με την έννοια ότι τα περισσότερα από αυτά τα κύτταρα καταστρέφονται με ρυθμό κάπου έξι εκατομμυρίων ανά δευτερόλεπτο, και βέβαια αναπαράγονται με τον ίδιο περίπου ρυθμό.
Σχεδόν στο σύνολό τους, αυτά τα κύτταρα, τα οποία είναι συγκροτημένα έτσι ώστε να αποτελούν τα διάφορα όργανα του ανθρωπίνου σώματος – οστά, μύς, καρδία, αγγεία, στομάχι, έντερο, συκώτι, πνεύμονες, νεφροί, ενδοκρινείς αδένες, αίμα, λέμφος, δέρμα, κλπ., – λειτουργούν συνεχώς, με αποκλειστικό σκοπό τη διατήρηση της ομοιόστασης, δηλαδή τη διατήρηση της σταθερότητας όσον αφορά τη σύσταση του υγρού που τα περιβάλλει, και το οποίο χαρακτηρίζεται ως εξωκυττάριο υγρό.
Στην έννοια της ομοιόστασης συμπεριλαμβάνεται βέβαια και η προστασία του σώματος από ουσίες και γενικότερα από παράγοντες που είναι δυνατό να προκαλέσουν οποιαδήποτε βλάβη στα κύτταρα – εξωγενείς και ενδογενείς τοξίνες, μικρόβια, ιοί, ή ακόμα και κύτταρα του σώματος , τα οποία εμφανίζουν κάποια «εκτροπή.»
Για να γίνονται όμως όλα αυτά απαιτείται η παρουσία ενός συντονιστικού οργάνου, ή, καλύτερα, ενός κυβερνητικού ή επιτελικού οργάνου που να κατευθύνει τις λειτουργίες όλων αυτών των λειτουργικών μονάδων του σώματος, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε στιγμής. Και αυτό το όργανο είναι το νευρικό μας σύστημα, με την επέκτασή του που είναι το σύστημα των ενδοκρινών αδένων.
Πράγματι, ένας σχετικά μικρός αριθμός κυττάρων, κάπου 100 δισεκατομμύρια, τα οποία δεν διαθέτουν, μετά τη γέννηση, την ικανότητα για αναπαραγωγή τους, αποτελούν, με τα τρισεκατομμύρια των αλληλοσυνδέσεών τους, καθώς και με τις κεντρομόλες και φυγόκεντρες διασυνδέσεις τους με τους κατάλληλους υποδοχείς και με τα εκτελεστικά όργανα του σώματος το νευρικό σύστημα. Δηλαδή απαρτίζουν ένα αφάνταστα πολύπλοκο μηχανισμό για την πρόσληψη, την επεξεργασία και την καταχώρηση στοιχείων, τα οποία προέρχονται τόσο από τον έξω κόσμο, όσο και από το εσωτερικό περιβάλλον του οργανισμού.
Μετά την κατάλληλη επεξεργασία αυτών των πληροφοριακών στοιχείων, αφού ληφθούν υπόψη τα στοιχεία που βρίσκονται ήδη καταχωρημένα στο σύστημα, και με βάση τον ενδογενή του προγραμματισμό, ο οποίος είναι μάλλον στερεότυπος και αυστηρά καθοριζόμενος από το γενετικό υλικό, που το κάθε άτομο κληρονομεί από τους προγόνους του, το σύστημα επενεργεί σε κύτταρα, ιστούς και όργανα, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η αρμόζουσα σε κάθε περίπτωση συμπεριφορά, για τη διατήρηση του οργανισμού σε φυσιολογική κατάσταση. Πρόκειται δηλαδή για ένα σύστημα αυτόματο, που λειτουργεί με βάση ορισμένες, συγκεκριμένες προδιαγραφές.
Εκτός όμως από την τυποποιημένη αυτή αυτόματη λειτουργία, η οποία επιτελείται ακόμα και από το νευρικό σύστημα της μέδουσας ή άλλου κατώτατου οργανισμού, το νευρικό σύστημα, σε περισσότερο εξελιγμένους οργανισμούς, και ιδιαίτερα στον άνθρωπο, έχει και άλλες εξαιρετικά ενδιαφέρουσες λειτουργίες.
Έτσι, έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί στον οργανισμό, με βάση το εναποθηκευμένο περιεχόμενό του και τα πληροφοριακά στοιχεία με τα οποία συνεχώς τροφοδοτείται , το αίσθημα της συνειδητότητας, με τα συνακόλουθα συναισθήματα: αγάπη, αηδία, αιδώ, αιφνιδιασμό, αμηχανία, ανησυχία, ανία, απαγοήτευση, απελπισία, δέος, δυσαρέσκεια, δυσθυμία, δυστυχία, έκπληξη, έκσταση, ενθουσιασμός, επιθυμία, ευδαιμονία, ευεξία, ευτυχία, ευχαρίστηση, εχθρότητα, ζήλια, ηρεμία, θαυμασμός, θλίψη, θυμός, ικανοποίηση, κακοδαιμονία, κατάθλιψη, λύπη, μίσος, οργή, περιέργεια, περιφρόνηση, πλήξη, πόθος, φόβος, φρίκη, χαρά, κλπ. Όλες αυτές οι ψυχικές καταστάσεις επηρεάζουν με τη σειρά τους τις μη συνειδητές λειτουργίες του νευρικού συστήματος, κατά τρόπον ώστε να καθίσταται ο οργανισμός ικανός για την ανάλογη συμπεριφορά του.
Φαίνεται λοιπόν ότι, σύμφωνα με τα παραπάνω, μπορεί κανένας να χρησιμοποιήσει αυτό το μηχανισμό για να επηρεάσει, με τη δημιουργία των κατάλληλων συναισθημάτων, διάφορες λειτουργίες στον οργανισμό, μεταξύ των οποίων και τη δραστηριότητα και την αποτελεσματικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος.
Προσοχή όμως, γιατί το πρόβλημα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται.
Πρώτα, δεν μπορούμε ακόμα να είμαστε σίγουροι για τη θετική είτε την αρνητική επίδραση του κάθε συναισθήματος (γι αυτό και τα αναφέρω κατά αλφαβητική σειρά, χωρίς καμιά προσπάθεια για ταξινόμηση σε «καλά» και σε «κακά.»).
Δεύτερο, γιατί η ίδια μέθοδος μπορεί να φέρει πολύ διαφορετικά, και σε πολλές περιπτώσεις αντιφατικά αποτελέσματα στα διάφορα άτομα. Ο λόγος είναι ότι ο καθένας μας αντιδρά στις διάφορες καταστάσεις με εντελώς δικό του, απόλυτα προσωπικό τρόπο, ο οποίος δεν φαίνεται να μπορεί να αλλάξει με τίποτε.
Ο τρόπος αυτός φαίνεται να είναι γενετικά καθορισμένος από τα γονίδιά του, τα οποία είναι υπεύθυνα για το σχηματισμό του κάθε κυττάρου του σώματός μας και κατά συνέπεια και της «ψυχικής» μας συγκρότησης, αλλά και μοναδικότητας.
Πράγματι, ο καθένας μας αποτελεί την κορυφή μιας πυραμίδας, που η βάση της εκτείνεται μέσα στο χρόνο κατά γεωμετρική πρόοδο. Έτσι, για παράδειγμα, τα γονίδια του καθενός μας, δηλαδή το λεπτομερές σχέδιο, που με βάση του έχουμε δημιουργηθεί και λειτουργούμε, περιέχουν μια επιλογή πληροφοριακών στοιχείων, τα οποία, πριν δέκα γενεές, δηλαδή πριν από 200 περίπου χρόνια, περιέχονταν στα γονίδια 1.024 ατόμων, πριν δε είκοσι γενεές , δηλαδή πριν από 400 περίπου χρόνια, περιέχονταν στα γονίδια 1.048.576 ατόμων!!
Και να φανταστεί κανένας ότι το καθένα από όλα αυτά τα άτομα αποτελούσε την κορυφή μιας ανάλογης πυραμίδας!
Διαβάστε επίσης
- Στεφανιαία νόσος – πρόληψη και αντιμετώπιση
- Ηπατίτιδες Α, Β, C: Διαφορές και αντιμετώπιση
- Προβλήματα της τρίτης ηλικίας. Υπάρχει αντιμετώπιση
- Αισιόδοξα μηνύματα για την αντιμετώπιση της χρόνιας αναιμίας
- Τα κοχλιακά εμφυτεύματα στην αντιμετώπιση της παιδικής βαρηκοΐας
Γεννήθηκε στην Κερύνεια, ΚΥΠΡΟΣ, 20/12/1920. Διετέλεσε Καθηγητής Φυσιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών.