Την πρώτη θέση στις εκτρώσεις κατέχει η Ελλάδα συγκριτικά, τόσο με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όσο και με τις ΗΠΑ. Ο μεγάλος αριθμός των εκτρώσεων, που πραγματοποιούνται, τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια του γάμου και που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές επιπλοκές (συμφύσεις μήτρας, απόφραξη των σαλπίγγων κλπ) είναι και ο βασικός λόγος της ύπαρξης του τόσο υψηλού ποσοστού υπογονιμότητας στη χώρα μας. Σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες στις εκτρώσεις οφείλεται το 40% της μείωσης της γονιμότητας της γυναίκας. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα 150.000 ζευγάρια δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν, γιατί έχουν στο ιστορικό τους τουλάχιστον μια έκτρωση, που στο σύνολό τους υπερβαίνουν τις 250.000 το χρόνο, από τις οποίες περίπου 40.000 διενεργούνται σε ανήλικα κορίτσια ηλικίας κάτω των 16 ετών.
Επίσης το ένα τρίτο από αυτές γίνονται σε γυναίκες παντρεμένες, που θα ήθελαν να τις αποφύγουν, αν είχαν τα οικονομικά μέσα για μεγαλύτερη οικογένεια.
Τα εντυπωσιακά αυτά στοιχεία ανακοίνωσε ο καθηγητής μαιευτικής-γυναικολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Ιωάννης Μπόντης μιλώντας κατά τη δεύτερη μέρα των εργασιών του 17ου Βορειοελλαδικού Ιατρικού Συνεδρίου, που διοργανώθηκε από την Ιατρική Εταιρεία Θεσσαλονίκης με την προεδρία του καθηγητού παθολογίας στο Α.Π.Θ. Αχιλλέα Τουρκαντώνη.
Στο χρονικό διάστημα 1980-1999, τόνισε ο κ. Μπόντης, η Ελλάδα
παρουσιάζει μια μείωση της γονιμότητάς της κατά 41%, διπλάσια
δηλαδή ποσοστιαία μείωση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της
Ευρωπαϊκής
Ένωσης, ενώ αντίθετα οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής παρουσιάζουν
έναν έντονο δυναμισμό, αφού στο ίδιο χρονικό διάστημα παρατηρείται
αύξηση του συντελεστή γονιμότητας κατά 14%.
Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας στην Ελλάδα προέκυψε μετά από την επίδραση διαφόρων παραμέτρων. Πιο συγκεκριμένα, η μείωση του αριθμού των γάμων, που τελούνται σε ετήσια βάση, συνδυαζόμενη με την αύξηση του αριθμού των διαζυγίων, περιόρισε τον αριθμό των γεννήσεων, αφού στην Ελλάδα, αντίθετα με χώρες του εξωτερικού, το 97-98% των παιδιών γεννιούνται μέσα στο πλαίσιο ενός γάμου.
Επίσης τα τελευταία χρόνια, είτε λόγω οικονομικών δυσκολιών, είτε λόγω τρόπου ζωής, παρατηρείται μια αύξηση του μέσου όρου ηλικίας απόκτησης του πρώτου παιδιού, με αποτέλεσμα τα χρονικά περιθώρια απόκτησης δεύτερου να περιορίζονται σοβαρά.
Παράλληλα, καθώς η απόφαση για το πρώτο ή το δεύτερο παιδί βραδύνει, αυξάνεται η ηλικία της γυναίκας, γεγονός που αποτελεί γνωστό παράγοντα μειωμένης γονιμότητας. Έτσι μια ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος, που σχετίζεται με την υπογεννητικότητα, είναι η υπογονιμότητα που αντιμετωπίζουν πολλά νέα ζευγάρια.
Πιο συγκεκριμένα η υπογεννητικότητα και η υπογονιμότητα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως δύο φαινόμενα συγκοινωνούντα και αλληλοτροφοδοτούμενα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν και κυρίως να αντιμετωπιστούν συνολικά, προκειμένου να περιοριστούν σε σημαντικό βαθμό τα διαφαινόμενα συμπτώματα της δημογραφικής κατάρρευσης της χώρας μας, κατέληξε ο κ. Μπόντης.
Διαβάστε επίσης
- Καρκίνος του πνεύμονα: Θλιβερή πρωτιά για τις Ελληνίδες
- Ελληνική πρωτιά στην αντιμετώπιση της ανδρικής στειρότητας
- Αρνητική πρωτιά της Στερεάς Ελλάδας στα τροχαία
Επιμέλεια σύνταξης ειδήσεων σχετικών με την Υγεία (Νέα από την Ελλάδα και τον Κόσμο) για το site Care.gr.