Η άρδευση μιας κατάφυτης έκτασης, μιας πρασιάς, ενός κήπου, μιας σειράς από γλάστρες ή σειράς από χωμάτινες λεκάνες, με ένα δέντρο στο μέσο της καθεμιάς, ήταν για μένα μια διαδικασία εξόχως ενδιαφέρουσα και συναρπαστική, γεμάτη μαγεία! Όταν ήμουνα πολύ μικρός, δεν μπορούσα βέβαια ακόμα να χειρίζομαι το φτυάρι και το σκαλιστήρι για να φτιάχνω αναχώματα ή και μικρά χαντάκια για τη ρύθμιση της διοχέτευσης του τρεχούμενου νερού στα χωμάτινα αυλάκια, ούτε και τα σιδερένια κλειδιά για να ανοίγω ή να κλείνω τις στρόφιγγες και τις τάπες των σωλήνων του αρδευτικού μας συγκροτήματος. Παρατηρούσα όμως με θαυμασμό και δέος όλες αυτές τις διαδικασίες να γίνονται από τον πατέρα είτε τη μάνα μου, και παρακολουθούσα με αμείωτη ένταση της προσοχής, σαν να επρόκειτο για κοσμοϊστορικό γεγονός, όλη την ιεροτελεστία του ποτίσματος.
Έτσι, από πολύ μικρός, έμαθα από πρώτο χέρι, και με άμεση, προσωπική παρατήρηση, και αργότερα με προσωπική εμπειρία, όλα, ή σχεδόν όλα τα μυστικά της ροής του νερού, τόσο μέσα από σωλήνες, σε ανοικτά είτε και σε κλειστά κυκλώματα, όσο και μέσα από τσιμεντένια, πέτρινα, χωμάτινα, ξύλινα ή και τσίγκινα αυλάκια και τάφρους.
Η ροή του νερού, σε όλες της τις μορφές, σαν ήρεμο ρυάκι ή ορμητικός χείμαρρος, σαν πίδακας ή καταρράκτης, σαν νερομάνα ή βρύση, έφτασε να εξασκεί επάνω μου μια ακατανίκητη γοητεία και κέντρισμα για τη μελέτη και τη σπουδή των μηχανισμών και των νόμων που τη διέπουν.
Αργότερα, το ενδιαφέρον μου είχε επεκταθεί σε όλους τους τρόπους και τους μηχανισμούς, πρακτικούς, θεωρητικούς, πιθανούς και απίθανους, της άντλησης του νερού από πηγάδια, λίμνες και ποτάμια, όπως είναι τα μαγγανοπήγαδα, οι εμβολοφόρες καταθλιπτικές και αναρροφητικές αντλίες και οι τουρμπίνες, τα σιφόνια και οι υδραυλικοί κριοί. Καταλυτικό επίσης ενδιαφέρον είχαν για μένα και οι μηχανισμοί κίνησης όλων αυτών των εργαλείων και κατασκευών, από το γαϊδουροκίνητο ή το βοϊδοκίνητο μάγγανο, με τους πήλινους ή τους μεταλλικούς του κάδους, και τον ανεμόμυλο, ως τις ολιγόστροφες ή τις πολύστροφες πετρελαιομηχανές, απλές και ντήζελ και τους ηλεκτροκινητήρες.
Έφτασε όμως κάποτε η μαγική στιγμή που ήλθα , για πρώτη φορά , σε επαφή με την καρδιά και το συνοδό αγγειακό σύστημα, το κυκλοφορικό σύστημα, πρώτα στο βάτραχο και στη συνέχεια στο σκυλί, στη γάτα, στο ποντίκι, στον αρουραίο, στο κουνέλι και τελικά στον άνθρωπο.
Η αποκάλυψη υπήρξε συνταρακτική γιατί, σ αυτή την περίπτωση, επρόκειτο για αρδευτικά υδραυλικά συστήματα, αφάνταστα πιο περίπλοκα και περίτεχνα από όλα όσα ήξερα ή ήταν δυνατό να φανταστώ.
Όμως, η εμπειρία μου στα απλά, τα στοιχειώδη υδραυλικά συστήματα που είχα μάθει να χρησιμοποιώ, και η γνώση των απλών νόμων και των κανόνων που αφορούν τη λειτουργία τους, αποτέλεσαν το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίχθηκα για να μελετήσω και να κατανοήσω, όσο είναι ανθρώπινα δυνατό, τη λειτουργία τους.
Τώρα θυμάμαι με πόση επιμέλεια και αφάνταστη προσοχή απασχολήθηκα, για πολλές μέρες κατά σειρά, με τη συναρμολόγηση ενός «παρασκευάσματος» για τη διερεύνηση της αντοχής της καρδιάς του βατράχου σε διάταση, και της μέγιστης δύναμης που μπορούσε να αναπτύξει υπό διάφορες συνθήκες φόρτισης και παροχής.
Το παρασκεύασμα, στην τελική του μορφή, αποτελείτο από μια καρδία βατράχου, που λειτουργούσε μέσα σε ένα ποτηράκι με υγρό TYRODE, από την οποία ξεκινούσε ένας πολύ λεπτός σωλήνας, με μήκος που μπορούσε να αυξομειώνεται, και ο οποίος ήταν δυνατό να τοποθετείται κατακόρυφα, με το ελεύθερο άκρο του σε διάφορο εκάστοτε ύψος. ( το διάλυμα TYRODE είναι αποσταγμένο νερό, μέσα στο οποίο διαλύονται, με μεγάλη ακρίβεια, διάφορα άλατα και γλυκόζη. Η καρδία του βατράχου, όταν διαποτίζεται με αυτό το υγρό, μπορεί να λειτουργεί, εκτός του σώματος, για ώρες, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα).
Με αυτό τον τρόπο, ήταν δυνατή η μέτρηση του μηχανικού έργου που παρήγαγε η καρδία με την κάθε της συστολή, όταν αντλούσε το υγρό σε διάφορα ύψη, ο υπολογισμός της άριστης πίεσης λειτουργίας της, και ενός σωρού από άλλες παραμέτρους.
Για να καταστήσω όμως την όλη πειραματική διαδικασία περισσότερο θεαματική και ενδιαφέρουσα, το υγρό, κατά την επιστροφή του στο ποτηράκι, με ελεύθερη πτώση υπό μορφή σταγόνων, έθετε σε κίνηση ένα ελαφρότατο νερόμυλο, με πτερύγια από μίκα. .
Ένα από τα κυκλώματα που εξασκούσε ιδιαίτερη γοητεία επάνω μου, και τραβούσε την προσοχή και το ενδιαφέρον μου, υπήρξε το σύστημα των στεφανιαίων αγγείων, δηλαδή το κύκλωμα της κυκλοφορίας που αρδεύει την ίδια την καρδιά. Και αυτό γιατί εμφανίζει, όπως θα δούμε παρακάτω, ενδιαφέρουσες ιδιαιτερότητες, αλλά και γιατί αυτό το κύκλωμα έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία για την ίδια τη ζωή μας και την ποιότητά της.
Αυτό το κύκλωμα, όπως όλοι σήμερα γνωρίζουμε, αρχίζει από την αορτή με τις δυο στεφανιαίες αρτηρίες, που μετά από λίγες διακλαδώσεις, τόσο μέσα στη μάζα, αλλά και στην επιφάνεια του μυοκαρδίου, χωρίζονται σε λεπτότερους κλάδους, οι οποίοι στη συνέχεια, αποδίδουν αρτηρίδια, και αυτά τελικά διακλαδίζονται σε τριχοειδή, που διαπλέκονται ανάμεσα στις μυϊκές ίνες του μυοκαρδίου.
Στη συνέχεια, τα τριχοειδή σμίγουν κατά ομάδες μεταξύ τους, και έτσι δημιουργούνται φλεβίδια, τα οποία ενώνονται πολλά μαζί και φτιάχνουν μικρές φλέβες. Τελικά, οι μικρές αυτές φλέβες ενώνονται σε μεγαλύτερες φλέβες, που όλες μαζί συμβάλλουν στη δημιουργία μας μεγάλης φλέβας, με την οποία όλο σχεδόν το αίμα που περνάει από το κύκλωμα που περιγράψαμε, παροχετεύεται προς το δεξιό κόλπο της ίδιας της καρδίας Οι ιδιαιτερότητες αυτού του κυκλώματος είναι:
1. Πρόκειται για το πυκνότερο δίκτυο τριχοειδών αγγείων που υπάρχει σε ολόκληρο το σώμα. Πράγματι, αντιστοιχεί ένα περίπου τριχοειδές για κάθε μια μυϊκή ίνα του μυοκαρδίου, δηλαδή κάπου 2500 τριχοειδή σε κάθε ένα κυβικό χιλιοστόμετρο μυοκαρδίου (το κυβικό χιλιοστόμετρο είναι κάπως μικρότερο από το κεφάλι μιας κοινής καρφίτσας).
2. Το αίμα που διέρχεται από αυτό το κύκλωμα σε ένα λεπτό είναι περίπου 250 κυβικά εκατοστόμετρα, όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση ηρεμίας, και φτάνει στο ένα λίτρο σε κάθε λεπτό, όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση έντονης μυϊκής δραστηριότητας.
Το πρώτο από αυτά τα ποσά είναι σχεδόν διπλάσιο από εκείνο που διέρχεται από άλλα όργανα του σώματος, όταν αναλογίζεται σε ποσό αίματος ανά μονάδα βάρους του οργάνου, το δε δεύτερο ποσό φτάνει στο οκταπλάσιο περίπου της αιμάτωσης οποιουδήποτε άλλου ιστού του σώματος.
3. Η ροή του αίματος μέσα από αυτό το κύκλωμα, τουλάχιστον όσον αφορά τα αγγεία που βρίσκονται σε ορισμένα στρώματα του τοιχώματος της αριστεράς κοιλίας, είναι διακεκομμένη, γιατί κατά τη συστολή της καρδίας, η πίεση που αναπτύσσεται μέσα στην αριστερή κοιλία είναι μεγαλύτερη από την πίεση του αίματος μέσα στις στεφανιαίες αρτηρίες και τις διακλαδώσεις τους, με αποτέλεσμα τα αγγεία αυτά να συμπιέζονται, και η ροή του αίματος μέσα από αυτά προσωρινά να ανακόπτεται.
4. Το ποσό του οξυγόνου που αποδίδεται από το αίμα που περνάει μέσα από αυτό το κύκλωμα προς το μυοκάρδιο είναι υπερδιπλάσιο από αυτό που αποδίδεται από το ίδιο ποσό αίματος, σε οποιοδήποτε άλλο όργανο του σώματος.
Αυτό σημαίνει ότι οι απαιτήσεις του μυοκαρδίου σε οξυγόνο επιβαρύνουν την κυκλοφορία σχεδόν στο μέγιστο των δυνατοτήτων της, και κατά συνέπεια, η οποιαδήποτε μείωση της αποτελεσματικότητας αυτού του κυκλώματος της κυκλοφορίας θα έχει άμεσες σοβαρές συνέπειες στη λειτουργία της καρδίας.
Δυστυχώς, οι στεφανιαίες αρτηρίες, όπως και πολλές άλλες αρτηρίες στο σώμα, είναι δυνατό να υποστούν στένωση, με το μηχανισμό της ανάπτυξης στην εσωτερική επιφάνεια του τοιχώματός τους, αθηρωματικών πλακών, δηλαδή παθαίνουν αρτηριοσκλήρωση.
Με αυτές τις συνθήκες δεν είναι δυνατό να περνάει αρκετό αίμα προς τα τριχοειδή του μυοκαρδίου, όταν η καρδία χρειάζεται περισσότερο οξυγόνο και άλλα θρεπτικά στοιχεία, όπως όταν περπατάμε, τρέχουμε ή ανεβαίνουμε σκαλοπάτια, με αποτέλεσμα το μυοκάρδιο να πάσχει από έλλειψη οξυγόνου, κατάσταση που προκαλεί έντονο στηθαγχικό πόνο και δυσφορία.
Στο σημείο της στένωσης μπορεί επίσης να σχηματιστεί ένας θρόμβος από αίμα που έχει πήξει (εξαιτίας της επαφής του αίματος με στοιχεία της αθηρωματικής πλάκας), με αποτέλεσμα την απότομη πλήρη διακοπή της ροής του αίματος από αυτό το σημείο. Σ αυτή την περίπτωση πρόκειται για οξεία καρδιακή προσβολή (έμφραγμα του μυοκαρδίου), με συνέπειες ανάλογες με τη σπουδαιότητα του αρτηριακού κλάδου που έχει αποφραχθεί
Κατά τα τελευταία χρόνια, η στένωση των στεφανιαίων αρτηριών αντιμετωπίζεται με ικανοποιητικά αποτελέσματα, με δυο κυρίως τρόπους:
(1) Με τη χειρουργική αντικατάσταση των τμημάτων που εμφανίζουν στένωση, με τμήματα φλεβών (μοσχεύματα), που λαμβάνονται από φλέβες της περιοχής της κνήμης του ασθενούς (στεφανιαία παράκαμψη, Coronary bypass), και
(2) Με την πλαστική αντιμετώπιση των αθηρωματικών πλακών, με εισαγωγή και χειρισμό, από αρτηρία του σώματος, κατάλληλου καθετήρα, εφοδιασμένου κατά το άκρο του με ειδικό μπαλονάκι, με το οποίο προκαλείται διάταση της αρτηρίας στα σημεία που υπάρχουν οι πλάκες.
Εντελώς πρόσφατα όμως φαίνεται ότι ανατέλλει στον ορίζοντα και ένας ακόμα, «φυσιολογικός» αυτή τη φορά τρόπος για την αντιμετώπιση της σκλήρυνσης των στεφανιαίων αρτηριών, ο οποίος συνίσταται στην προσπάθεια αναστροφής της αρτηριοσκληρωτικής βλάβης με ένα συνδυασμό φαρμάκων, και κατάλληλου διαιτολογίου.
Πράγματι, από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 80, άρχισαν να εφαρμόζονται διάφορα προγράμματα σε ομάδες ατόμων, που αφορούσαν τη μείωση τα χοληστερόλης του αίματος με διάφορους φαρμακευτικούς παράγοντες και με ένα διαιτολόγιο στο οποίο τα ζωικά λίπη είναι μειωμένα σε σημαντικό βαθμό.
Σε ορισμένα από τα ερευνητικά προγράμματα έγινε προσπάθεια, παράλληλα με τη μείωση της χοληστερόλης του αίματος, να περιοριστεί η ψυχολογική ένταση (stress) και το άγχος, με διακοπή βέβαια και του καπνίσματος.
Τα αποτελέσματα, που πρόσφατα άρχισαν να αξιολογούνται, δείχνουν ότι, σε σημαντικά ποσοστά, η θεραπευτική αυτή αντιμετώπιση υπήρξε επιτυχής, πέρα από κάθε αισιόδοξη προσδοκία. Βέβαια η μέθοδος δεν μπορεί να είναι εφαρμόσιμη σε όλες τις περιπτώσεις, και ιδιαίτερα όταν ο κίνδυνος της καρδιακής προσβολής είναι άμεσος.
Για τις περιπτώσεις όμως που οι βλάβες είναι ακόμα στην αρχή τους, και δεν δημιουργούν καταστάσεις άμεσου κινδύνου, οι προοπτικές για μια αποτελεσματική αναστροφή των βλαβών και βελτίωση της ποιότητας της ζωής των υποψηφίων θυμάτων της καρδιακής προσβολής είναι πράγματι αισιόδοξες.
Είναι φανερό ότι σε αυτή την περίπτωση, όπως και σε όλα τα θέματα που αφορούν την υγεία, η πρόληψη της νόσου αποτελεί τον ιδανικό τρόπο για την αντιμετώπισή της. Συνεπώς, μάλλον πρέπει να ξέρουμε τα αίτια που την προκαλούν και τους τρόπους της αντιμετώπισής της με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Από όλα όσα είναι σήμερα γνωστά, προκύπτει ότι η αρτηριοσκλήρωση των στεφανιαίων αγγείων προκαλείται από δυο ειδών παράγοντες: γενετικούς (ενδογενείς) και εξωγενείς.
Για τους πρώτους, δυστυχώς δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να κάνουμε απολύτως τίποτε, γιατί απλούστατα δεν μας είναι δυνατό να είχαμε διαλέξει τους προ-προπαππούδες και παππούδες, τις προ-προγιαγιάδες και γιαγιάδες, ούτε τον πατέρα και τη μάνα μας, με κριτήρια τη μακροζωϊα και τα γερά στεφανιαία τους αγγεία!
Για τους δεύτερους όμως παράγοντες μπορούμε να κάνουμε πολλά, και αποτελεσματικά. Είναι πράγματι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι:
1. Η μεγάλη περιεκτικότητα του διαιτολογίου σε ζωικό λίπος και βούτυρο γάλακτος αποτελεί τον απ αριθμό 1 κίνδυνο.
2. Το κάπνισμα αποτελεί ουσιώδη παράγοντα επιδείνωσης της αρτηριοσκληρωτικής κατάστασης.
3. Το στρες (stress, άγχος), με ένα αρκετά γνωστό, αλλά περίπλοκο μηχανισμό, συντελεί στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης και στην πρόκληση αρτηριοσκλήρωσης.
4. Η παχυσαρκία επίσης αποτελεί σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα.
Διαβάστε επίσης
- Στεφανιαία νόσος – πρόληψη και αντιμετώπιση
- Η νόσος των τρελών αγελάδων ξανά στο προσκήνιο
- Η νόσος των καπνιστών
- Στεφανιαία νόσος: ο έλεγχος πρέπει να ξεκινά από νωρίς
- Νόσος των δυτών
Γεννήθηκε στην Κερύνεια, ΚΥΠΡΟΣ, 20/12/1920. Διετέλεσε Καθηγητής Φυσιολογίας Ιατρικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών.