ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Β

Σύντομη περιγραφή – ορισμός

Λοίμωξη που προσβάλλει το ήπαρ και οφείλεται στον ιό της ηπατίτιδας Β (HBV).

Παθογένεια

– Αιτία είναι ο ιός της ηπατίδας Β, ένας DNA ιός που προκαλεί βλάβη των κυττάρων του ήπατος και φλεγμονώδεις αλλοιώσεις της ιστολογικής του κατασκευής.
– Ο χρόνος επώασης είναι το χρονικό διάστημα από τη μόλυνση έως την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Το διάστημα αυτό για την ηπατίτιδα Β είναι από 6 εβδομάδες έως 6 μήνες.

Τρόποι μετάδοσης

– Παρεντερική οδός, δηλαδή μετάδοση του ιού μέσω μολυσμένου αίματος η παραγώγων του. Αυτό γίνεται είτε με μετάγγιση, είτε όταν με οποιδήποτε τρόπο, μολυσμένο αίμα εισαχθεί στην κυκλοφορία υγιούς ατόμου (χρήση μολυσμένων συριγγών, τρυπήματα με μολυσμένες βελόνες, τραυματισμοί από μολυσμένα χειρουργικά εργαλεία, κ.α). Η πιθανότητα μετάδοσης μετά απο το τρύπημα με μολυσμένη βελόνα είναι 1/150. Ο κίνδυνος από αυτόν τον τρόπο μετάδοσης αφορά κυρίως ασθενείς που μεταγγίζονται συχνά, χρήστες ενδοφλεβίων ουσιών καθώς και ιατρικό η παραϊατρικό προσωπικό.

– Σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη με άτομο που έχει θετικό αυστραλιανό αντιγόνο.

– “Κάθετη” μετάδοση, δηλαδή μετάδοση από την έγκυο στο νεογνό, όταν αυτή έχει θετικό αυστραλιανό αντιγόνο (δείκτης μόλυνσης της μητέρας από τον ιό).

– “Σποραδικά”, (μεμονωμένα), κρούσματα οξείας ηπατίτιδας Β έχουν αναφερθεί χωρίς να αναγνωρίστεί η πηγή μετάδοσης.

Γενικά

– Η ηπατίτιδα Β έχει κλινική πορεία που μπορεί σε ποσοστό 1% να είναι κεραυνοβόλος με μεγάλη θνητότητα.
– Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών που θα αρρωστήσουν θεραπεύονται και αποκτούν ανοσία, δηλαδή δεν θα ξανανοσήσουν ακόμη κι αν εκτεθούν στον ιό.
– Ένα ποσοστό όμως, που κυμαίνεται από 1-10% θα εμφανίσει χρόνια λοίμωξη. Είναι τα άτομα εκείνα, που είναι γνωστά σαν χρόνιοι φορείς της ηπατίτιδας Β και έχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν κίρρωση ήπατος η ηπατοκυτταρικό καρκίνο. Ο κίνδυνος αυτός υπολογίζεται σε 25-40% στα άτομα αυτά.

Πρόληψη

– Ο κίνδυνος μετάδοσης με μετάγγιση μολυσμένου αίματος έχει μειωθεί πάρα πολύ λόγω του ελέγχου για την ανίχνευση του επιφανειακού αντιγόνου (αυστραλιανού) της ηπατίτιδας Β. Σε κάθε περίπτωση πάντως πρέπει να αποφεύγονται άσκοπες μεταγγίσεις.

– Οι σύριγγες και οι βελόνες είναι πλέον μίας χρήσης κι έτσι έχει εκλείψει ο κίνδυνος από την πιθανή επαναχρησιμοποίηση τους. Το πρόβλημα παραμένει σε χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών ουσιών, που είναι δυνατόν να χρησιμοποιήσουν βελόνες μολυσμένες από τον ιό, από αλλους χρήστες. Αυτό δεν πρέπει να γίνεται ΠΟΤΕ.

– Απαιτείται μεγάλη προσοχή από ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό στη χρήση υλικών που έρχονται σε επαφή με το αίμα φορέων της ηπατίτιδας Β, αλλά και γενικά με αίμα, (πάντοτε χρήση γαντιών και προστατευτικών γυαλιών). Απαγορεύεται η επανατοποθέτηση του καλύμματος στις χρησιμοποιημένες βελόνες.

– Η σεξουαλική επαφή πρέπει πάντα να γίνεται με χρήση προφυλακτικού όταν ο ένας από τους δύο συντρόφους είναι φορέας της ηπατίτιδας Β.

– Όλες οι έγκυες γυναίκες πρέπει να ελέγχονται για ανίχνευση του αυστραλιανού αντιγόνου.

– Χορήγηση γ-σφαιρίνης έναντι της ηπατίτιδας Β, προστατεύει από τη νόσο αν χορηγηθεί μέσα σε 24-48 ώρες από την έκθεση στον ιό, δηλαδή μετά από:
* τρύπημα με μολυσμένη βελόνα
* είσοδο μολυσμένου αίματος από τραυματισμένο δέρμα η βλεννογόνους
* ελεύθερη σεξουαλική επαφή με φορέα ηπατίτιδας Β
* τον τοκετό νεογνών από μητέρες φορείς του ιού.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις προηγείται έλεγχος για να διαπιστωθεί αν υπάρχει ήδη ανοσία από προηγούμενη νόσηση η εμβολιασμό. Αν αυτό δε συμβαίνει, μετά τη χορήγηση της γ-σφαιρίνης ακολουθεί πρόγραμμα εμβολιασμού.

– Το εμβόλιο έναντι της ηπατίτιδας Β είναι αποτελεσματικό (στο 90%) και ασφαλές. Συνίσταται πλέον να γίνεται σε όλα τα βρέφη και τα παιδιά και γίνεται ενδομυικά σε 3 δόσεις.

– Προληπτική χορήγηση εμβολίου χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένο επεισόδιο έκθεσης, γίνεται σε αυξημένου κινδύνου ομάδες:
* Ασθενείς μονάδων τεχνητού νεφρού
* Ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό
* Πολυμεταγγιζόμενους ασθενείς
* Συντρόφους φορέων ηπατίτιδας Β
* Χρήστες ενδοφλεβίων ουσιών
* ’τομα με εναλλαγές συντρόφων που δε λαμβάνουν μέτρα προφύλαξης κατά τη σεξουαλική επαφή.

Μετά τη χορήγηση του εμβολίου γίνεται έλεγχος γαι να εξακριβωθεί αν ο τίτλος των προστατευτικών αντισωμάτων είναι επαρκής.

– Αναμένεται ότι με τον προληπτικό εμβολιασμό βρεφών και παιδιών το πρόβλημα της ηπατίτιδας Β θα μειωθεί σημαντικά.

Κλινική εικόνα

– Η βαρύτητα των συμπτωμάτων ποικίλλει. Διακρίνουμε τις εξής φάσεις συμπτωμάτων:

1. Πρόδρομη φάση (διάρκεια 3-10 ημέρες): ανορεξία, απέχθεια πρός το κάπνισμα, αδιαθεσία, ναυτία, έμετοι, πυρετός, ρινίτιδα, φαρυγγίτιδα, πόνος στο δεξιό άνω τμήμα της άνω κοιλίας (ΔΕ υποχόνδριο). Αρθρίτιδα, δερματικά εξανθήματα, σπειραματονεφρίτιδα, αγγειίτιδα, είναι ανοσολογικού τύπου εκδηλώσεις οι οποίες μπορεί να εμφανιστούν στη φάση αυτή.

2. Ικτερική φάση: (διάρκεια 1-2 εβδομάδες): αρχικά υπέρχρωση ούρων (σαν κονιάκ) και αποχρωματισμός κοπράνων (σαν στόκος). Ακολούθως ίκτερος: κίτρινο χρώμα δέρματος και σκληρών χιτώνων ματιού, που οφείλεται στη μεγάλη αύξηση της χολερυθρίνης. Σε ορισμένες περιπτώσεις η φάση αυτή επικρατεί και παρατείνεται χρονικά (χολοστατική ηπατίτιδα).

3. Φάση ανάρρωσης (διάρκεια 2-4 εβδομάδες): ο ίκτερος υποχωρεί προοδευτικά και ο ασθενής αισθάνεται όλο και καλύτερα.

– Διόγκωση ήπατος, σπληνός, λεμφαδένων, είναι δυνατόν να παρατηρηθεί.

– Η οξεία φάση υποχωρεί συνήθως σε 2-3 εβδομάδες. Η πλήρης κλινική ανάρρωση και ομαλοποίηση των εργαστηριακών εξετάσεων γίνεται συνήθως μέσα σε 4 μήνες.

– Σε 5-10% των περιπτώσεων η πορεία της νόσου μπορεί να παρατείνεται.

– Σε 1% είναι δυνατόν να πάρει χαρακτήρα οξείας κεραυνοβόλου ηπατίτιδας με βαρειά κλινική εικόνα, μαζική ηπατοκυτταρική νέκρωση, κώμα ή και θάνατο, με μόνη ουσιαστική ελπίδα την επείγουσα μεταμόσχευση ήπατος.

– Η ηπατίτιδα Β σχετίζεται με την εμφάνιση “ανοσολογικών” καταστάσεων όπως: οζώδης πολυαρτηρίτιδα, σπειραματονεφρίτιδα, κρυοσφαιριναιμία.

Διάγνωση

– Μεγάλη αύξηση της τιμής των τρανσαμινασών (AST, ALT).

– Αύξηση της χολερυθρίνης του αίματος, της αλκαλικής φωσφατάσης, της χολερυθρίνης των ούρων, η του χρόνου προθρομβίνης.

– Η διάγνωση γίνεται με την ανίχνευση των ειδικών για την ηπατίτιδα Β αντιγόνων (Ag) και αντισωμάτων (Ab). Αντιγόνο είναι το τμήμα του ιού, που είναι υπεύθυνο για τις βλάβες του ηπατοκυττάρου και την κινητοποίηση του μηχανισμού άμυνας του αρρώστου. Ο ιός της ηπατίτιδας Β διαθέτει τρία είδη αντιγόνων:
1. Το επιφανειακό s (HbsAg) η αυστραλιανό αντιγόνο, το οποίο ανιχνεύεται στο αίμα και υποδηλώνει οξεία νόσο η χρόνιο φορέα.
2. Το αντιγόνο e (HbeAg), το οποίο ανιχνεύεται στο αίμα στην οξεία φάση και υποδηλώνει έντονη μεταδοτικότητα του ιού.
3. Το αντιγόνο core (HbcAg), το οποίο δεν ανιχνεύεται στο αίμα και υπάρχει στον πυρήνα την κυττάρων του ήπατος.

– Η άμυνα του οργανισμού στην προσπάθειά της να εξουδετερώσει τα αντιγόνα, παράγει για κάθε ένα από αυτά αντίστοιχα αντισώματα, τα οποία ανιχνεύονται στο αίμα και είναι: IgM, που υποδηλώνουν οξεία νόσο η IgG, που υποδηλώνουν παλαιά νόσο η ανοσία.

– Η διάγνωση της οξείας ηπατίτιδας Β γίνεται όταν βρεθούν στο αίμα Hbcore IgM αντισώματα με η χωρίς HbsAg (επιφανειακό αντιγόνο). Το HbsAg με την πάροδο του χρόνου εξαφανίζεται. Αν παραμείνει πάνω από 6 μήνες, ο ασθενής γίνεται πλέον χρόνιος φορέας.

– ’λλες μέθοδοι ανίχνευσης του ιού η πολύ μικρών τμημάτων του γενετικού υλικού, όπως η PCR, επιτρέπουν τη διάγνωση σε δύσκολες περιπτώσεις.

Αντιμετώπιση

Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία παρά μόνο υποστηρικτικά μέτρα. Καλό είναι, αρχικά τουλάχιστον, οι βαρύτερες περιπτώσεις να νοσηλεύονται στο νοσοκομείο.

– Ανάπαυση στο κρεββάτι, ιδιαίτερα στην αρχή.
– Περιορισμένη φυσική δραστηριότητα.
– Η δίαιτα πρέπει να είναι ελαφρά, πλούσια σε βιταμίνες και θρεπτικές ουσίες.
– Αποφυγή αλκοόλ η τοξικών φαρμάκων.
– Σε έντονη ανορεξία και εμέτους, ενδοφλέβια χορήγησης γλυκόζης.
– Σε κεραυνοβόλο ηπατίτιδα ο ασθενής πρέπει να νοσηλεύεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας και να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για ενδεχόμενη μεταμόσχευση ήπατος.
– Στη χρόνια ηπατίτιδα Β εφαρμόζεται θεραπευτική αγωγή με ιντερφερόνη, αφού προηγηθεί βιοψία ήπατος, ώστε να διαπιστωθεί ο βαθμός της ιστολογικής βλάβης.
– Δοκιμάζονται επίσης και άλλα φάρμακα, τα οποία επιβραδύνουν τον πολλαπλασιασμό του ιού.

Διαβάστε επίσης