Αν τα συναισθήματα είναι οι κατευθυντήριες δυνάμεις των επιλογών μας, η ζωή μας μετουσιώνεται σε έναν φαύλο κύκλο φόβου, θάρρους και συνέπειας. Ο έρωτας είναι η επικίνδυνη αυτή κατάσταση που θυματοποιεί την λογική, διεγείρει την φαντασία και κινητοποιεί τα ένστικτα.
Ο άνθρωπος οικειοποιείται της συνήθειας να δίνει και να παίρνει. Στον έρωτα άλλωστε η ανταπόκριση είναι ο μοχλός, η νοητή αφετηρία της αναγνώρισης των αισθημάτων. Συνηθίζουμε να συνάπτουμε σχέσεις με ανθρώπους που θεωρούμε ταιριαστούς και προσιτούς. Σήμερα είναι δύσκολο να βιώσουμε τον έρωτα διότι η ουσία του αναφέρεται στους τολμηρούς, δυναμικούς και σίγουρους. Ο ίδιος ανανεώνει αλλά πληγώνει, ηρεμεί αλλά απογοητεύει, εμβαθύνει αλλά εξευτελίζει.
Άπαντες έχουμε δικαίωμα στον έρωτα. Ο εσωτερικός μας κόσμος είναι σπαρμένος ορίων που τάχα διδάσκουν την αλήθεια. Όταν ερωτευόμαστε σκέψεις αδέσποτες πλάθουν ασπρόμαυρες παγίδες κι ύστερα οι ίδιες σκέψεις γίνονται υπεκφυγές , οι οποίες ιδιοκατασκευάζουν φόβο, ανασφάλεια, ανεπάρκεια και άρνηση.
Έχουμε συχνά συναισθήματα που δεν βιώσαμε ποτέ, γιατί επιτρέψαμε στην δειλία που μας έπνιγε στα ρηχά να κηδέψει όσα κραύγαζαν μέσα μας. Ο έρωτας για τους εσωστρεφείς ανθρώπους ορίζεται ως μια παραπλάνηση που πιέζει.
Μιλάμε κυρίως για εκείνους που δεν συζητάνε ούτε εκφράζονται. Αφήνοντας την συναισθηματική καταιγίδα να ξεσπάσει μέσα τους, εναποθέτουν αυτόματα κομμάτια του εαυτού τους σε μια δουλική αυτοκατασκέυαστη φυλακή. Ο Αλιγκέρι Δάντης συνοψίζει το παραπάνω, επισημαίνοντας πως “αγαπά πολύ λίγο όποιος μπορεί να διηγηθεί τον έρωτα του”.
Είναι η ίδια κατηγορία αυτών που αποκρύπτουν ακόμη και από τον στενό τους κύκλο τι τους απασχολεί διότι ανησυχούν περισσότερο για την έκθεση, τα κακόβουλα σχόλια, την κριτική και την απόρριψη παρά για την ψυχική υγεία που εξασφαλίζει η επικοινωνία, η αποδοχή του εαυτού και των αναγκών μας και η ισορροπία που δημιουργείται ανάμεσα τους.
Γιατί οι άνθρωποι κρύβονται όταν ερωτεύονται; Το φαινόμενο θα μπορούσε να ταυτιστεί με εκείνο που ονομάζεται “συναισθηματική καταπίεση”, ελάττωμα από τα πιο αντικοινωνικά. Για αυτούς, η λεγόμενη εξομολόγηση φαντάζει λεκτικό πυροτέχνημα που θα κάψει τα πλασματικά σύνορα των ψυχικών θησαυρών τους.
Στο μυαλό αυτών η ευτυχία και κατ’ επέκταση η τελειότητα ταυτίζεται με το συγκεκριμένο αυτό άτομο που απαρνιούνται μηχανικά και ασυνείδητα, με αποτέλεσμα να βυθίζονται σε μια μελαγχολική συνθήκη στην οποία κυριαρχεί το κίβδηλο συναίσθημα.
Αν ο φόβος οδηγεί στην απόρριψη ,τότε αυτόματα η συναισθηματική ζωή καταλήγει σε αδιέξοδο. Σε τέτοιες περιπτώσεις το “πληγωμένο” άτομο υφαίνει υποκριτικές δήθεν πρωτότυπες αφορμές που περήφανες διακριτικά καλύπτουν τον όνειδο και ντύνουν τον ίδιο σε ένα θλιβερό ομοίωμα αλήθειας και ψεύδους.
Να ερωτευτούν δειλιάζουν και εκείνοι που οι πληγές τους ματώνουν ακόμα, από ένα κοντινό ή μακρινό παρελθόν. Η απογοήτευση και το ψυχολογικό βάρος του χωρισμού αποτρέπουν την σύναψη νέας σχέσης. Η τελευταία, ανεξαρτήτως χρόνου και βάθους, αλλάζει και ωριμάζει. Οι χωρισμένοι συχνά ματαιοπονούν, βάφουν την θλίψη και την νοσταλγία τους με την δικαιολογία της μετάνοιας και του προτύπου μιας ανεξάρτητης, εργένικης ζωής ,αγνοώντας τον φόβο της μοναξιάς.
Υπάρχουν μεταξύ άλλων, έρωτες που δεν άνθησαν ποτέ διότι το ερωτευμένο υποκείμενο της συνθήκης πολεμούσε ή αμφισβητούσε τον εαυτό του. Μιλάμε για εκείνους που τοποθετούν τους ίδιους σε μια ή κατώτερη κλίμακα, που χρήζει αναπροσαρμογών. Η κατάσταση αυτή ταιριάζει με την αποστέρηση του σώματος, την αμεριμνησία και την αυτοκαταστροφή.
Όταν ερωτευόμαστε νιώθουμε ότι οφείλουμε να είμαστε και δυνατοί, να μπορούμε να καυχιόμαστε, να μην ορρωδούμε, να μας θαυμάζουν. Έτσι, εκφραζόμαστε αφού έχουμε αποδείξει αυτό το κάτι στον εαυτό μας, όταν έχουμε νικήσει την ανεπάρκεια και την ανασφάλεια που σφύζει την ζωή και την προσωπικότητα μας. Και αφού έχουμε διανύσει ένα σχοινοτενές ταξίδι εξέλιξης ,αποκτούμε έμπνευση, αυτοσεβασμό να διεκδικήσουμε και να παραδεχτούμε.
Γιατί άνθρωποι που δεν μοιράζονται τα συναισθήματα τους “ξεπέφτουν” σε ερωτικά παραπτώματα, στα οποία τραυματίζεται ο αυτοέλεγχος και η οριοθέτηση των σεξουαλικών ενστίκτων; Ο Σωκράτης έλεγε “Έρωτα αποκαλούν την ισχυρή επιθυμία”. Αν νοητά ταυτίσουμε αυτήν με την σεξουαλική επιθυμία, η ίδια καταλήγει μέσο. Μέσο για να προσεγγίσουμε, να ανοιχτούμε, να μοιραστούμε και κυρίως να τονώσουμε το εγώ μας. Να φανούμε δυναμικοί, άνθρωποι που ούτε τσαλακώνονται, ούτε παρακαλάνε, ούτε μιλάνε πολύ.
Στην διάρκεια της ζωής μας, θα ερωτευτούμε και θα αγαπήσουμε πολλές φορές, πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Το μόνο που αρκεί και αξίζει είναι να εμπιστευτούμε και να παραδοθούμε στα μάτια της καρδιάς μας και στις επιλογές τους.
Δεν χρειάζεται να γίνουμε τέλειοι για να ζήσουμε έναν έρωτα, άλλωστε και ο ίδιος ποτέ δεν θέλησε να συστηθεί στην λογική και στην ισορροπία. Χρειάζεται μονάχα να αγαπήσουμε εμάς, να κοιτάξουμε με διάφανο βλέμμα ό, τι μας συγκινεί, να αποπλανήσουμε τα εμπόδια που θα συναντήσουμε, να ζήσουμε στην πιο υγιή ουσία του το “εμείς” και να μην ξεχάσουμε ότι “Ο έρωτας και η επανάσταση είναι παράνομοι γιατί κρύβουν απροσδιόριστα μέσα τους μια απειλή και μια ελπίδα”.
Ονομάζομαι Σούκου Εβελίνα, γεννήθηκα στην Αθήνα τον Ιούλιο του 2001 και σήμερα είμαι φοιτήτρια πολιτικών επιστημών και δημόσιας διοίκησης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στα μαθητικά μου χρόνια ασχολήθηκα πολύ με την ποίηση και την λογοτεχνία, με αποτέλεσμα να βραβευτώ πολλές φορές από πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς καθώς μου δόθηκε και η ευκαιρία μέσω των κειμένων μου να μιλήσω δημόσια στο Ευρωκοινοβούλιο αλλά και στην Παλαιά Βουλή της Ελλάδος. Με ενδιαφέρει η δημοσιογραφία και κάθε μορφή γραφής γιατί καταφέρνω να παρουσιάσω εμένα, να εκφραστώ και παράλληλα να προβληματίσω και να εμπνεύσω. Γνωρίζω εκτός της μητρικής, την αγγλική και γαλλική γλώσσα.